Μια νίκη, ένας αγώνας που συνεχίζεται
Γράφει ο ΣΤΑΥΡΟΣ ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ
Δημοσίευση 13/10/2020
Τετάρτη 7 Οκτωβρίου, η ημέρα απόφασης της καταδίκης της Χρυσής Αυγής αναμφισβήτητα ιστορική, αναμφισβήτητα μια μεγάλη νίκη της δημοκρατίας, μια δικαίωση των θυμάτων της ναζιστικής οργάνωσης που είχε καταφέρει να αποτελεί την τρίτη μεγαλύτερη πολιτική δύναμη στη χώρα μας.
Αν και στα 5,5 χρόνια που διήρκεσε η δίκη, ζητήματα περί φασισμού, ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ισότητας και δημοκρατίας δεν αποτελούσαν μέρος του δημόσιου διαλόγου, ειδικά των κυρίαρχων μέσων μαζικής ενημέρωσης. Αντίθετα, πρωταγωνιστικό ρόλο είχαν και έχουν διάφοροι «ειδικοί» δημοσιολογούντες, πολιτικοί, δημοσιογράφοι, που ο βασικός τους ρόλος ήταν ο διχασμός της κοινωνίας, δηλητηριάζοντας την κοινή γνώμη με ξενοφοβία, πατριδοκαπηλία, ρατσισμό, μίσος απέναντι σε ό,τι θεωρούν στην κανονικότητά τους διαφορετικό.
Δεν είχαν τον πρωταγωνιστικό ρόλο τα τάγματα εφόδου της Χ.Α., αλλά πολιτικοί παράγοντες που για να χτίσουν οποιαδήποτε πολιτική καριέρα στην κεντρική πολιτική σκηνή, είτε στην Αυτοδιοίκηση, εκμεταλλεύτηκαν, αναπαρήγαγαν και έθρεψαν πολιτικά την ατζέντα της Ακρας Δεξιάς. Το τέρας του φασισμού δεν νικήθηκε, το τέρας δυνάμωσε και ρίζωσε περισσότερο μέσα στην ελληνική κοινωνία. Για αυτό φρόντισε πριν εκλεγεί ο Μητσοτάκης και συνεχίζει και μετά με τις πολιτικές του, ειδικά στον χώρο της παιδείας.
Η μάχη του φασισμού οφείλει να είναι ένας συνεχής αγώνας ενάντια στην ιστορική λήθη. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη φρόντισε να εξαφανίσει το μάθημα της κοινωνιολογίας από την εκπαίδευση, να καταργήσει τα νέα βιβλία ιστορίας με το επιχείρημα πως δεν πρέπει να έχει κοινωνιολογικό χαρακτήρα η διδασκαλία της ιστορίας, αλλά την εθνική εξύψωση και συνοχή. Αυτός είναι ο αντιφασισμός τους, αυτή η δημοκρατία τους. Ψεύτικη.
Με την καταδικαστική απόφαση για τη Χ.Α., ξαφνικά εμφανίζεται η πλειονότητα αυτών που συνέχισαν το ιδεολογικό έργο της Χ.Α. με ένα δήθεν αντιφασιστικό προσωπείο. Απλά εξοργιστικό, για αυτούς που στάθηκαν όρθιοι και σήκωσαν ανάστημα στο τέρας του φασισμού. Για λίγες ακόμα μέρες την επικαιρότητα θα την απασχολούν οι εικόνες των συλλήψεων, της φυλάκισης, του διαλόγου για το ποιος είναι ο καλύτερος δημοκράτης ή τιμωρός της Χ.Α.
Το πώς αντιμετωπίζουμε τον φασισμό ως κοινωνία είναι το ερώτημα σε ένα ασφυκτικό αντιδημοκρατικό πλαίσιο, με απόλυτα ελεγχόμενα ΜΜΕ, με την πολιτική ηγεμονία της Δεξιάς, με την αναβίωση του εθνικισμού σχεδόν σε όλη την Ευρώπη, την εξαφάνιση εργασιακών δικαιωμάτων και με μια παγκόσμια οικονομική κρίση προ των πυλών οι πιθανότητες για να έχουμε αντίστοιχες νίκες, όπως της 7ης Οκτώβριου, είναι περιορισμένες.
Η απάντηση προφανώς και δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη. Αλλά πρέπει να γίνει ξεκάθαρο ότι ο φασισμός δεν έχει ηττηθεί, ούτε και έχει υποχωρήσει. Μεγαλώνει, αλλάζει πρόσωπα, αλλάζει πολιτικές στέγες, γίνεται πιο επικίνδυνος χρησιμοποιώντας δημοκρατικά περιτυλίγματα. Απαιτεί μέτωπο, δημοκρατικό, διάφανο, συμμετοχικό. Απαιτεί οι πολιτικές δυνάμεις να μην κάνουν βήμα πίσω σε ζητήματα που θρέφουν αυτό το τέρας. Απαιτεί ολοκληρωμένες παρεμβάσεις στο εκπαιδευτικό σύστημα, ώστε να γίνουν ξεκάθαρες οι έννοιες του φασισμού, της δημοκρατίας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων κ.ά.
Η πλειονότητα των μαθητών μας δεν γνωρίζουν για το Ολοκαύτωμα, δεν διδάσκονται νεότερη ιστορία, δεν έχουμε καταφέρει να διδάξουμε στα παιδιά μας για το ότι ο άνθρωπος είναι ικανός για το καλύτερο αλλά και το χειρότερο. Η περίπτωση της Χ.Α. ανήκε στην κατηγορία του χειρότερου, καταδικάστηκε, αλλά δεν νικήθηκαν οι αιτίες που τη γιγάντωσαν. Ο ίδιος κίνδυνος παραμένει, το τρέχον κοινωνικό πλαίσιο είναι ευνοϊκό για να αντιμετωπίσουμε στο άμεσο μέλλον «σοβαρές» Χρυσές Αυγές, ο δημοκρατικός κόσμος που ενεργοποιήθηκε για λίγες μέρες οφείλει να συνεχίσει με το ίδιο πάθος, να μιλά, να μη σιωπά.
* εκπαιδευτικός Κοινωνικών Επιστημών και Πληροφορικής της μέσης εκπαίδευσης στη Λέσβο, μέλος της ΚΕΑ του ΣΥΡΙΖΑ - Προοδευτική Συμμαχία