Ένας «Ρομπέν των δασών» στην Πέργαμο του 1895
Η δημόσια διαπόμπευση ενός άγνωστου μας «ζεϊμπέκη» που αμφισβήτησε την κυριαρχία του Οθωμανικού κράτους
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΑΛΑΣΚΑΣ Δημοσίευση 18/12/2020
Μια άγνωστη εντυπωσιακή φωτογραφία από τη βιβλιοθήκη του Αμερικάνικου Κογκρέσου που δημοσιεύτηκε σε μια σελίδα σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης με τον τίτλο «Geçmişten günümüze fotoğraflarla BERGAMA», έπεσε τις προάλλες στην αντίληψη μου. Εικονίζει τη δημόσια διαπόμπευση ενός «ζεϊμπέκη» στην Πέργαμο του 1895. Σε κάποιο σημείο της Πολιτείας, άγνωστο που ακριβώς και αδύνατον να εντοπισθεί. Συνήθως πάντως τέτοια γεγονότα διαδραματίζονταν σε κεντρικά σημεία των πόλεων και των χωριών. αφού είχαν και χαρακτήρα παραδειγματισμού.
Στημένος και δεμένος σε ένα στύλο στην αγορά, με τη χαρακτηριστική ζεϊμπέκικη ενδυμασία και με το όπλο του κρεμασμένο στο λαιμό του. Φανερά ταλαιπωρημένος και με την αγωνία που η στάση του σώματος του προδίδει Ζωντανός αφού φαίνεται να πατά στο έδαφος περιμένοντας το τέλος που το Οθωμανικό κράτος επεφύλασσε σε όσους αμφισβητούσαν στο παραμικρό την κυριαρχία του. Το δημόσιο απαγχονισμό και την πολυήμερη έκθεση του κρεμασμένου ανθρώπου.
Στη φωτογραφία γύρω από το «ζεϊμπέκη» τζανταρμάδες και στρατιωτικοί ανώτεροι και κατώτεροι και πολίτες όλων των οικονομικών κατηγοριών. Χαμίνια αλλά και φραγκοφορεμένοι, πλην φεσοφόροι Περγαμηνοί. Προφανώς κάθε λογής θρησκεύματος από τα... τρία εκείνη την εποχή που κυριαρχούσαν στην Πολιτεία. Στο πίσω της μέρος γράφει Πέργαμος 1895.
Στην Ελλάδα ξέρουμε το «ζεϊμπέκικο» διάσημο λαϊκό χορό και φυσικά τα «ζεϊμπέκικα» τραγούδια. Από τους ζειμπέκηδες ξέρουμε εξαιτίας του γνωστού τραγουδιού τον Τσάκιτζη τον παλληκαρά με τους στίχους να τον υμνούν και να λένε «Μέσ’ της Σμύρνης τα βουνά / και τα άγρια τα νερά / με λεν εμένα Τσακιτζή / αχ παλληκάρι στην καρδιά / αχ λεοντάρι στην καρδιά». Στοιχεία για τους ζεϊμπέκηδες βρίσκει κανείς και σε λαογραφικές μελέτες, καταχωνιασμένες σε σκονισμένες βιβλιοθήκες. Στις περισσότερες από αυτές κυριαρχεί και ο εθνικός μύθος πως «οι ζεϊμπέκοι ή ζεϊμπέκηδες ήταν εξισλαμισμένοι Έλληνες οι οποίοι ζούσαν σε ένοπλες παράνομες ομάδες στα βουνά της δυτικής Μικράς Ασίας από τα τέλη του 17ου αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα».
Ποιοι ήταν όμως αυτοί οι ζεϊμπέκοι για τους οποίους στη σύγχρονη Τουρκία στήθηκαν μέχρι και... αγάλματα και στην Ελλάδα δεν ξέρουμε τίποτα; Κι αυτό στα πλαίσια της γενικότερης άγνοιας για τον πολιτισμό της Μικράς Ασίας παρά τα περί του αντιθέτου... θρυλούμενα;
Οι ζεϊμπέκοι, χριστιανοί, χριστιανοί εξισλαμισμένοι, η μουσουλμάνοι από γεννησιμιού τους (ποιος νοιαζόταν για όλα ετούτα στα άγρια βουνά στις άγριες εποχές του 18ου και του 19ου αιώνα) ήταν, λαϊκοί ήρωες. Κάτι σαν το Ρομπέν των δασών της Αγγλικής μεσαιωνικής παράδοσης. Εμφανιζόταν σαν προστάτες του ανυπεράσπιστου λαού από τους τσιφλικάδες, τους ληστές των βουνών και τους φοροεισπράκτορες του Οθωμανικού κράτους. Ο ηγέτης κάθε τέτοιας ζεϊμπέκικης ομάδας ονομαζόταν εφές ενώ τα μέλη της ήταν οι Ζεϊμπέκοι που ήταν πολύπειροι αντάρτες και οι κιζάν που ήταν νέοι και άπειροι. Στην ομάδα ίσχυε μια μορφή πρωτόγονης άμεσης δημοκρατίας, με τις αποφάσεις να λαμβάνονται από όλους αλλά με τον εφέ να έχει την αδιαμφισβήτητη αρχηγία. Στις ομάδες υπήρχαν και διάφορα τελετουργικά, όπως αυτό της προαγωγής του κιζάν σε ζεϊμπέκη, τελετουργικά με καταβολές από τα μεσαιωνικά και αρχαιότερα τουρκικά φύλα.
Κύριο όπλο τους το γιαταγάνι, αλλά από μια στιγμή και μετά χρησιμοποιούσαν επίσης και πυροβόλα όπλα που άρπαζαν κατά τις συγκρούσεις τους με στρατιωτικά αγήματα αλλά και παραστρατιωτικές ομάδες που το κράτος στρατολογούσε για να τους αντιμετωπίσει.
Όσοι συλλαμβάνονταν τους διαπόμπευαν εκθέτοντας τους δεμένους σε στύλους στα παζάρια ενώ στη συνέχεια τους απαγχόνιζαν ως εχθρούς του Σουλτάνου. Τα άψυχα κουφάρια τους κρέμονταν επί μέρες προς παραδειγματισμό όσων θα τολμούσαν να αμφισβητήσουν την απόλυτη κυριαρχία της υψηλής Πύλης.
Οι ζεϊμπέκοι αντιστάθηκαν σθεναρά στην προέλαση των Ελληνικών στρατευμάτων κατά τη Μικρασιατική εκστρατεία του 1919 ενώ πολλοί από αυτούς με τον οπλισμό τους εντάχθηκαν στο λεγόμενο «Τουρκικό Απελευθερωτικό Στρατό» του Κεμάλ Αττατούρκ ως αντάρτικες ομάδες που δρούσαν στα μετόπισθεν των Ελληνικών στρατευμάτων. Μετά την ανακατάληψη της Μικράς Ασίας το 1922, οι ζεϊμπέκοι και ιδιαίτερα οι εφέδες ανταμείφθηκαν για τις υπηρεσίες τους πλουσιοπάροχα και έλαβαν αξιώματα στον στρατό, περιουσίες διωγμένων Ρωμιών και Αρμενίων καθώς και συντάξεις. Τα επόμενα χρόνια εγκαταστάθηκαν σε πόλεις της δυτικής Μικράς Ασίας όπου και ενσωματώθηκαν πλήρως.
Οι ζεϊμπέκοι έχουν περίοπτη θέση στην τουρκική λαογραφία, στη λογοτεχνία και πλέον και στην ιστορία. Ο χορός τους, ο ζεϊμπέκικος που δεν έχει καμία σχέση με τον συνονόματο Ελληνικό και προς το ύφος και προς το μέτρο, διδάσκεται σε πολιτιστικά κέντρα σε όλη την Τουρκία σχεδόν σαν εθνικός χορός. Σε αυτόν οι άνδρες πάντα και μόνο χορευτές παριστάνουν με κινήσεις των χεριών τους και βηματισμούς τους τα «καρτάλια», τα γεράκια δηλαδή.
Όσον αφορά τον άγνωστό μας ζεϊμπέκη της φωτογραφίας στην Πέργαμο του 1895 κανείς δεν ξέρει τίποτα. Ούτε καν «που τον επαραχώσαν» καταπώς λέει κι ο ποιητής.