Στο λάκκο της Κουκούγας
Εξερευνώντας τον καταρράκτη του Σκουτάρου-Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΖΓΟΥΡΝΙΟΣ
Δημοσίευση 9/5/2021

Η Λέσβος φημίζεται για την πλούσια χλωρίδα και πανίδα της, καθώς και για τα μοναδικά τοπία που διαθέτει σε όλη σχεδόν την έκτασή της. Απέραντα πευκοδάση και ελαιώνες, πλούσια παραποτάμια βλάστηση, ψηλές κορυφές και πεδινές εκτάσεις, πανέμορφες παραλίες, βραχώδη έως ξερά και άγονα μέρη, είναι ικανά να εντυπωσιάσουν κάθε ταξιδιώτη.
Μια ακόμα όμως, από τις μοναδικές φυσικές ομορφιές που διαθέτει η Λέσβος και που ίσως λίγοι γνωρίζουν πως υπάρχει σε τέτοιο βαθμό, είναι οι καταρράκτες της. Συνολικά 14 καταρράκτες έχουν αποκαλυφθεί σε όλο το νησί, άλλοι σηματοδοτημένοι με χαρτογραφημένες διαδρομές και άλλοι καλά κρυμμένοι μέσα στην πλούσια βλάστηση και τα απόκρημνα βραχώδη τοπία. Ένας από αυτούς είναι ο καταρράκτης που βρίσκεται λίγο έξω από το Σκουτάρο στη βορειοδυτική μεριά του νησιού.
Στην επαρχιακή οδό μετά την Άναξο, τρία χιλιόμετρα προς το χωριό του Σκουτάρου και ένα πριν από αυτό, υπάρχει ένας δρόμος στην αριστερή μεριά (τσιμεντωμένος στην αρχή αλλά λίγα μέτρα παραπάνω ξεκινάει χωματόδρομος), μέσω του οποίου μπορεί κανείς να οδηγηθεί στον Λάκκο της Κουκούγιας. Η συνολική διαδρομή δεν ξεπερνάει τα δύο χιλιόμετρα από την άσφαλτο (1,7 χλμ σύνολο) και μπορεί κανείς είτε να φτάσει μέχρι την είσοδο του μονοπατιού με το όχημά του και μετά να συνεχίσει με τα πόδια, είτε να το αφήσει στον κεντρικό δρόμο και περπατώντας να καταλήξει μέχρι τον καταρράκτη.
Μετά τα πρώτα ανηφορικά μέτρα, αρχίζει χωμάτινος δρόμος, όπου βρίσκεται το εξωκλήσι της Αγίας Κυριακής. Στη συνέχεια, κάνοντας αριστερά κάτω στη διασταύρωση σε απόσταση λιγότερη του ενός χιλιομέτρου, δίπλα από μία μεγάλη καγκελόπορτα στη δεξιά της μεριά, βρίσκεται η αρχή του μονοπατιού. Το κύριο είδος βλάστησης που επικρατεί μέχρι αυτό το σημείο, αλλά και λίγο παρακάτω μέσα στο μονοπάτι έως ότου αρχίσει το πευκοδάσος, είναι αυτό της ελιάς (Olea europaea).
Ένα παλιό λιθόστρωτο μονοπάτι (σε κάποια σημεία καλοδιατηρημένο) φαίνεται να υπάρχει στα πρώτα μέτρα της διαδρομής, από αυτά μιας παλιότερης εποχής, για να μπορούν οι αγρότες και κτηνοτρόφοι της ευρύτερης περιοχής να έχουν καλύτερη και ευκολότερη πρόσβαση στις γεωργικές τους ιδιοκτησίες.
Περνώντας το μικρό ρυάκι, μετά από 400 μέτρα από την αρχή του μονοπατιού, η διαδρομή συνεχίζει δεξιά και ανηφορικά προς το πευκοδάσος, όπου το είδος που κυριαρχεί είναι η χαλέπιος πεύκη (Pinus halepensis). Στο ανηφορικό αυτό κομμάτι μπορεί κάποιος να συναντήσει ένα είδος κουμαριάς, την αγριοκουμαριά ή γλυτροκουμαριά (Arbutus andrachne), κοινό είδος της διάπλασης των αειφύλλων πλατύφυλλων, με το χαρακτηριστικό κοκκινωπό λείο κορμό της (στην αρχαιότητα αναφέρεται από το Θεόφραστο ως «ανδράχλη»).
Λίγο πριν τα τελικά μέτρα, σε ένα ξέφωτο, στο πιο ανηφορικό σημείο του μονοπατιού μπορεί ο περιπατητής να θαυμάσει την ομορφιά της φύσης: βελανιδιές πουρνάρια (Quercus sp.), και στο βάθος αμέτρητα πεύκα, βραχώδη απότομα σημεία και στο κέντρο να δεσπόζει ο καταρράκτης.
Μετά από αυτό το σημείο αρχίζει το πιο δύσκολο κομμάτι της διαδρομής. Ένα κατηφορικό, απότομο και στενό μονοπάτι οδηγεί κάτω στο ρέμα, όπου από την απέναντι μεριά του, οδηγείται κανείς στον καταρράκτη του Λάκκου της Κουκούγιας.
Η δημιουργία του καταρράκτη οφείλεται στη δράση ρηγμάτων που επηρεάζουν τα ηφαιστειακά πετρώματα της περιοχής και πιο συγκεκριμένα τις παλαιότερες λάβες ανδεσιτικής σύστασης που καλύπτουν την κοιλάδα. Τα νερά του ρέματος, περιοδικής ροής, προέρχονται από τον ορεινό όγκο «Χορεύτρα» (699μ.), συναντούν το ρήγμα που δημιουργεί μια αναβαθμίδα και πέφτουν με ορμή από ένα γκρεμό περίπου 10 μέτρων. Εξαιτίας της ορμής του νερού κατά την πτώση δημιουργείται στροβιλισμός που δημιουργεί μια φυσική εκβάθυνση στο σημείο της πτώσης, που ονομάζεται «χύτρα γιγάντων» (http://www.lesvosgeopark.gr). Πλατάνια (Platanus orientalis), πικροδάφνες (Nerium oleander), κισσός (Hedera) αλλά και φτέρες (Pteridium aquilinum) είναι από τα είδη βλάστησης που ξεχωρίζουν.
Κατά τους χειμερινούς μήνες και την περίοδο των βροχοπτώσεων τα νερά που πέφτουν από τον καταρράκτη είναι άφθονα με το θέαμα να είναι μαγευτικό. Δυστυχώς, τους μήνες του καλοκαιριού ή τις περιόδους ξηρασίας, το ρέμα στερεύει. Αυτό, όμως, δεν μπορεί να αποκρύψει από τον επισκέπτη τη μοναδική ομορφιά τοθ τοπίου και τις μοναδικές φυσικές και γεωλογικές ομορφιές που διαθέτει το νησί.