× Στο Νησί
SOCIAL MEDIA

Ποιός έκαψε τη Σμύρνη;

Σαν σήμερα πριν 100 χρόνια, 13 Σεπτεμβρίου 1922, ξεκίνησε στην αρμένικη συνοικία η μεγάλη φωτιά που έσβησε τα ίχνη της πολιπολιτισμικής Σμύρνης- Γράφει ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ*

Δημοσίευση 13/9/2022

Ποιός έκαψε τη Σμύρνη;

Η σημασία της γνωστής φράσης «μια εικόνα ισοδυναμεί με χίλιες λέξεις» επιβεβαιώθηκε περίτρανα το 2010 στην Τουρκία και αποτέλεσε τη θρυαλλίδα για να ξεσπάσει στη γειτονική χώρα «πόλεμος» μεταξύ αρθρογράφων μεγάλης κυκλοφορίας εφημερίδων, συνεπικουρούμενων από ιστορικούς, με αντικείμενο το δραματικό γεγονός της μεγάλης πυρκαγιάς που κατέστρεψε τη Σμύρνη από τις 13 έως τις 16 Σεπτεμβρίου 1922 (σύμφωνα με το νέο ημερολόγιο).

Συγκεκριμένα, σε επεισόδιο της πολεμικής σειράς «The Pacific» («Ο Ειρηνικός»), που διαπραγματευόταν τη σύγκρουση Αμερικανών και Ιαπώνων κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο σε παραγωγή Τόμας Χανκς - Στήβεν Σπίλμπεργκ και σενάριο του Έλληνα Γιώργου Πελεκάνου και προβλήθηκε στο αμερικανικό κανάλι HBO και παράλληλα στην Τουρκία από το CNBC-E, στις 10 Απριλίου 2010, ερωτηθείς ένας εκ των πρωταγωνιστών ελληνικής καταγωγής πώς έφθασε στις ΗΠΑ, απάντησε ότι «οι γονείς μου ήλθαν το 1922 από τη Σμύρνη που έκαψαν οι Τούρκοι».

Οι διαμαρτυρίες, επίσημες και ανεπίσημες, των Τούρκων οδήγησαν στη ματαίωση προβολής της επίμαχης σκηνής στην Τουρκία και απετέλεσαν την αφετηρία ενός δημόσιου διαλόγου με ιστορικά συμπόσια, ομιλίες, εκδόσεις βιβλίων, εκπομπές στην τηλεόραση και πλήθος άρθρων στα έντυπα και ηλεκτρονικά μέσα.

Κεντρικός άξονας του διαλόγου απετέλεσε το θέμα αναζήτησης ευθυνών για τη φωτιά, με την πλειοψηφία να τις επιρρίπτει σε Έλληνες και Αρμένιους και να προσπαθεί να πείσει την κοινή γνώμη ότι οι τουρκικές δυνάμεις συνέδραμαν στο έργο της ιδιωτικής πυροσβεστικής εταιρείας. Παρουσιάστηκαν, όμως, και ίσως για πρώτη φορά, αναθεωρητικές απόψεις από αρθρογράφους εφημερίδων επί του συγκεκριμένου θέματος, οι οποίες προσπαθούν να αναδείξουν τις ευθύνες των τουρκικών δυνάμεων.

Οι αναθεωρητές της τουρκικής επίσημης άποψης, όπως εκφράζεται από το Τουρκικό Ίδρυμα Ιστορίας (Türk Tarıh Kurumu), χρησιμοποιούν ως ιστορική πηγή το βιβλίο του επιστήθιου φίλου του Κεμάλ Ατατούρκ, δημοσιογράφου, βουλευτού και συγγραφέα Falih Rıfkı Atay (1897 - 1971) που εκδόθηκε το 1958 με τίτλο «Çankaya» (περιοχή της Άγκυρας όπου ευρίσκεται το προεδρικό μέγαρο), όπου αναφέρει: «[…] σύμφωνα με τις αναφορές που φθάνανε τότε, υπεύθυνοι για τη φωτιά ήταν οι Αρμένιοι. Μόνο αυτοί; Πολλοί λέγανε ότι ο γενειοφόρος Nurretin Paşa ήταν πολύ επιδέξιος. Γιατί καίγανε τη Σμύρνη; Εάν μένανε οι πολυτελείς κατοικίες στο Kordon (σ.σ. παραλιακός δρόμος της Σμύρνης), τα ξενοδοχεία και τα κέντρα διασκέδασης, δε θα γλυτώναμε από τις μειονότητες;».

H εφημερίδα της αρμενικής κοινότητος της Κωνσταντινούπολης «Agos», με άρθρο της στις 12-9-2008, πολύ νωρίτερα από την αναζωπύρωση του θέματος της Μεγάλης Πυρκαγιάς της Σμύρνης (İzmirin Büyük Yangını), επισημαίνει ότι οι κρατικοδίαιτοι Τούρκοι ιστορικοί «μέχρι πρόσφατα κατηγορούσαν τον Ελληνικό Στρατό για τη φωτιά. Τελευταία, όμως, παρατηρείται στροφή και προσπάθεια μετακίνησης της ευθύνης για την έναρξη της φωτιάς, στις 13 προς 14 Σεπτεμβρίου 1922 , στους Αρμενίους.».

Όπως αναφέρουν οι ιστορικές πηγές, οι τελευταίοι Έλληνες στρατιώτες εγκατέλειψαν τη Σμύρνη στις 8 Σεπτεμβρίου. Το πρωί της 9ης Σεπτεμβρίου, μια ίλη ιππικού του Τουρκικού Στρατού με επικεφαλής το λοχαγό Cherefeddin, καθώς προχωρούσε από την Πούντα προς το κονάκι (σ.σ. το διοικητήριο) δέχθηκε επίθεση με χειροβομβίδα που δεν έσκασε, αλλά έγδαρε στο μάγουλο το λοχαγό.

Οι Τούρκοι πυροβόλησαν στο βουβό πλήθος και σκότωσαν έναν Αρμένιο, ο επικεφαλής δεν αντέδρασε και φθάνοντας στο διοικητήριο υπέστειλε την ελληνική και ανύψωσε την τουρκική σημαία, επισημοποιώντας την κατάληψη της πόλης. Παράλληλα οι Τσέτες (άτακτοι αντάρτες) του Κιορ Πεχλιβάν είχαν αρχίσει το πλιάτσικο και τις λεηλασίες στις χριστιανικές συνοικίες.

Την ίδια μέρα το λοχαγό τον επισκέφθηκαν οι εκπρόσωποι των συμμάχων για να τον συγχαρούν, στους οποίους διηγήθηκε ότι δέχθηκε τρεις φορές επίθεση από Αρμενίους.

Δύο χρόνια αργότερα, στη δίκη που έγινε στο Λονδίνο από την αμερικανική εταιρεία καπνού κατά της ασφαλιστικής εταιρείας Guardian (η πρώτη απαιτούσε αποζημίωση 100 εκατομμυρίων δολλαρίων!!!), ο ίδιος λοχαγός κατέθεσε τελείως διαφορετικά. Δυο φορές, είπε, τον πυροβόλησαν με τουφέκι άτομα που δεν είδε και τη χειροβομβίδα την έριξε Έλληνας στρατιώτης εν στολή. Η δίκη έληξε υπέρ της ασφαλιστικής εταιρείας και η απόφαση εκδόθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1924, θεωρουμένης της πυρκαγιάς ως πολεμικού γεγονότος.

Οι ελληνικές και αρμενικές πηγές για τη φωτιά είναι πολλές και αξιόλογες. Ιδιαίτερης μνείας αξίζουν το βιβλίο του προξένου των ΗΠΑ George Horton «H μάστιγα της Ασίας» («The Blight of Asia», Ιντιανάπολις 1926) το βιβλίο της Αρμένισσας Margaret Housepian «Σμύρνη. Η καταστροφή μιας πόλης» («Smyrna. The destruction of a city») και η έκδοση του Κέντρου Μικρασιατικών Σπουδών «Έξοδος» (Α΄ και Β΄ τόμος) με πλήθος μαρτυριών και ντοκουμέντων.

Μελετώντας τις διάφορες μη τουρκικές πηγές, θεωρώ ότι ιδιαίτερη βαρύτητα έχουν οι παρακάτω δύο εκδόσεις:

- Του Γάλλου ανταποκριτή Rene Puaux της εφημερίδας «Le Temps», με τίτλο «Les Derniers jours de Smyrna» («O θάνατος της Σμύρνης», Παρίσι 1923).
Ο Πυώ επισκέφτηκε τη Σμύρνη το 1919 και την περίοδο της διάσπασης του ελληνικού μετώπου (27 Αυγούστου 1922) εργαζόταν στην εφημερίδα ως υπεύθυνος εξωτερικών ειδήσεων, όπου συγκέντρωνε ανταποκρίσεις ξένων δημοσιογράφων και μαρτυρίες Δυτικών που εγκατέλειψαν τη Σμύρνη.

Επισημαίνει ότι η πυρκαγιά εξερράγη στις 13 Σεπτεμβρίου 1922 με τέσσερις διαφορετικές εστίες, στην αρμενική συνοικία (Basmane, όπου σήμερα η περιοχή του Εκθεσιακού Κέντρου Σμύρνης), οι άνεμοι φυσούσαν εναλλάξ από Ν, ΝΔ και ΝΑ, γεγονός που βοήθησε στην εξάπλωση της φωτιάς προς την ελληνική και φραγκική (ευρωπαϊκή) συνοικία, ενώ αντίθετα προστατεύτηκαν η τουρκική και εβραϊκή συνοικία.

Ο Πυώ αναφέρει ότι οι Τούρκοι, φθάνοντας στη Σμύρνη, απέκλεισαν την αρμενική συνοικία, ακολούθησαν αψιμαχίες εκατέρωθεν και απώλειες, κυρίως από την πλευρά των Αρμενίων, από τη νύχτα της 9ης Σεπτεμβρίου.

Ο μεγάλος αριθμός των πτωμάτων και η αποσύνθεση λόγω υπερβολικής ζέστης ήταν η αιτία που οδήγησε τους Τούρκους να κάψουν την αρμενική συνοικία προκειμένου να εξαφανίσουν τα πτώματα. Δεν κατάφεραν, όμως, να ελέγξουν τη φωτιά και έτσι συντελέστηκε η πλήρης καταστροφή της πόλης. Επίσης ο Πυώ καυτηριάζει την αλλαγή στάσης εκ μέρους της Γαλλίας, που άρχισε με την υπογραφή ανακωχής με την Τουρκία στις 10 Μαρτίου 1921 και επισημοποιήθηκε με τη συμφωνία της Άγκυρας της 20ής Οκτωβρίου 1921. Ως αιτία επικαλείται το γεγονός ότι η Γαλλία ήταν ο μεγαλύτερος δανειστής της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (60% του δημόσιου οθωμανικού χρέους).

- Του καθηγητή Ιωάννου Καραμπλιά, ο οποίος εργάστηκε στην Ευαγγελική Σχολή της Σμύρνης και στη συνέχεια στο Διδασκαλείο Θηλέων της Θεσσαλονίκης, με τίτλο «Το Δράμα της Σμύρνης» (έκδοση 1924). Ο καθηγητής έζησε τα γεγονότα και περιγράφει ότι στις 31 Αυγούστου (13 Σεπτεμβρίου με το νέο ημερολόγιο) υπήρχαν τρεις εστίες φωτιάς στην αρμενική συνοικία.

Η πρώτη προς τα Βυρσοδεψεία (Ταμπαχανά), που απειλούσε το άνω τμήμα της ελληνικής συνοικίας και την Αγία Αικατερίνη. Η δεύτερη από το μέσο της αρμενικής συνοικίας, που απειλούσε τον Άγιο Δημήτριο, και η τρίτη από το νότιο άκρο της αρμενικής συνοικίας, περί την αρμενική Μητρόπολη, που απειλούσε τις μεγάλες ταβέρνες και εκείθεν το Φραγκομαχαλά.

Ο καθηγητής, με την οικογένειά του και λίγα υπάρχοντα, αισθανόμενος τον κίνδυνο, μετακινήθηκε σε τέσσερις τοποθεσίες, φιλικές οικίες, και στις 02:30 έφθασε στην Πούντα στα βόρεια της πόλης. Βγαίνοντας στο μπαλκόνι τις πρωινές ώρες, παρατηρούσε τις φλόγες να κατατρώγουν την Γκιαούρ Ιζμίρ και να σβήνουν τις εστίες πολιτισμού και άνθησης της πολυπολιτισμικής Σμύρνης.

Οι Τούρκοι επικαλούνται τις παρακάτω ιστορικές πηγές για να αποσείσουν την ευθύνη από πάνω τους:

- Την αναφορά του διοικητού της ιδιωτικής πυροσβεστικής εταιρείας, Paul Greskovic (Σέρβος αυστριακής υπηκοότητας) προς τον πρόεδρο της εταιρείας, Mosyo Bono. Στην εν λόγω αναφορά τονίζεται ότι ο Τουρκικός Στρατός προσπαθούσε να επιβάλει την τάξη, αλλά οι Αρμένιοι και οι Έλληνες, μη θέλοντας να παραδώσουν τα υπάρχοντά τους στους Τούρκους, έβαλαν φωτιά. Η μαρτυρία του Greskovic δε δύναται να θεωρηθεί αξιόπιστη, λαμβανομένου υπόψη ότι το 92% του πλούτου Ελλήνων, Αρμενίων και Ιταλών είχαν ασφαλιστεί στην αυστριακή εταιρεία.

- Την αναφορά του Αμερικανού μηχανικού Mark Prentiss, ο οποίος παράλληλα με τα καθήκοντά του στην ανθρωπιστική οργάνωση «Near East Relief» («Περίθαλψη για τη Εγγύς Ανατολή») ήταν και ελεύθερος ρεπόρτερ των «New York Times». Επιστρέφοντας στις ΗΠΑ, συνέταξε έκθεση βασιζόμενος στις εμπειρίες του. Στην αναφορά του βοηθού προξένου των ΗΠΑ στην Κωνσταντινούπολη, James Leder Park, για τις καταστροφές του υποχωρούντος Ελληνικού Στρατού σε Manısa, Turgutlu (Κασάμπα), Alaşehir και Salıhlı και στο υποθετικό ερώτημα «Γιατί οι Τούρκοι να θέλουν, τέσσερις μέρες μετά την κατάληψη, να κάψουν τη Σμύρνη, αφού ήταν δικιά τους;» ο Prentiss επιρρίπτει τις ευθύνες σε Έλληνες και Αρμενίους. Η δε αναφορά του βρίσκεται στον τόμο «Bristol Papers» (ναύαρχος Bristol, πρέσβης των ΗΠΑ σε Κωνσταντινούπολη).

Η Margaret Housepian Dobkin, στο βιβλίο της με τίτλο «Σμύρνη 1922 - Μια πόλη καταστράφηκε» (1971), το οποίο οι «Times» του Λονδίνου επέλεξαν ως βιβλίο της χρονιάς (1971), αναφέρει ότι ο ίδιος ο Prentiss έστειλε τηλεγράφημα στους «New York Times», το οποίο έγινε πρωτοσέλιδο στις 18 Σεπτεμβρίου 1922, και κατηγορούνται οι Τούρκοι για τη φωτιά. Η Housepian επιμένει ότι η αναφορά του Prentiss συντάχθηκε κατόπιν πίεσης του ναυάρχου Bristol.

H στάση του ναυάρχου και γενικά των ΗΠΑ για μη ανάμειξη (ουδετερότητα) φαίνεται και από το γεγονός της αρχικής άρνησης του πλοιάρχου Hepbrun (επικεφαλής των πλοίων των ΗΠΑ στον κόλπο της Σμύρνης) να επιτρέψει τη χρήση αμερικανικών πλοίων για τη διάσωση των προσφύγων, παρά την επιμονή του προξένου Horton (έφυγε από Σμύρνη για Πειραιά στις 11 Σεπτεμβρίου).

Τελικά, μετά το ξέσπασμα της πυρκαγιάς, νύκτα 13 προς 14 Σεπτεμβρίου, επέτρεψε τη χρήση των πλοίων και διεσώθησαν 22 χιλιάδες πρόσφυγες, παρά τη ρητή εντολή του ναυάρχου Bristol.

- Άρθρο του Γάλλου δημοσιογράφου G. Ercole της εφημερίδας «Illustratión», της 14ης Σεπτεμβρίου 1922, όπου επιρρίπτει τις ευθύνες για την πυρκαγιά στους Αρμενίους και στην απόφασή τους να πεθάνουν παρά να παραδοθούν στους Τούρκους. Πράγματι οι Αρμένιοι από το 1900 είχαν οργανώσει τμήμα του «Επαναστατικού Αρμενικού Κομιτάτου», υπό τον Τασνάκ (Taşnak), καθόσον οι Αρμένιοι ήταν από τα λίγα έθνη που παρέμειναν υπό οθωμανικό ζυγό. Μετά τη γενοκτονία των Αρμενίων το 1915 αυξήθηκαν οι δραστηριότητες του Κομιτάτου. Σημαντική ενέργειά του ήταν η δολοφονία του μέλους της ηγετικής τριανδρίας του τουρκικού κομιτάτου «Ένωση και Πρόοδος» και υπουργού της κυβέρνησης των Νεότουρκων (1913) Τααλάτ Πασά, ο οποίος είχε καταφύγει στο Βερολίνο μετά την ήττα της Τουρκίας στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, από τον Αρμένιο Ταυλιριάν.

Η εκτέλεση τούτη επέτεινε το μίσος των Τούρκων κατά των Αρμένιων.Οι μαρτυρίες όμως για αποκλεισμό, από την 9η Σεπτεμβρίου, της αρμενικής συνοικίας από το Νουρεντίν Πασά (Nurretin Paşa) φανερώνει ότι υπήρχε σχέδιο εξόντωσης όλων των Αρμενίων της Σμύρνης.

Ο επικεφαλής καθηγητής της ομάδος Αρμενίας του Τουρκικού Ιδρύματος Ιστορίας (Türk Tarıh Kurumu) Κεμάλ Τσιτσέκ (Kemal Çiçek) κατηγορεί ευθέως τους Αρμενίους για την έναρξη της φωτιάς, στο βιβλίο δε που θα εκδώσει περιλαμβάνει μαρτυρίες 22 συλληφθέντων Αρμενίων, οι οποίοι είχαν ομολογήσει τότε ότι αυτοί έβαλαν τη φωτιά. Είναι, όμως, άξιο απορίας πως οι Τούρκοι ιστορικοί ανακάλυψαν τώρα τελευταία τις ομολογίες των συλληφθέντων Αρμενίων, ενώ μέχρι τώρα κατηγορούσαν, ακόμη και στα σχολικά βιβλία, τον Ελληνικό Στρατό.

- Αναφορά του Γάλλου ναυάρχου Dumesmil, επικεφαλής των γαλλικών πλοίων στον κόλπο της Σμύρνης, όπου σε συνάρτηση με την αναφορά του Γαλλικού Προξενείου επιρρίπτει την ευθύνη στους Αρμενίους. Η στάση της Γαλλίας προαναφέρθηκε παραπάνω και επεξηγείται από το Γάλλο δημοσιογράφο Πυώ στο βιβλίο του.

Ο Γάλλος ναύαρχος συναντήθηκε με τον Κεμάλ Ατατούρκ στις 15 Σεπτεμβρίου 1922, διαρκούσης της πυρκαγιάς, στην έπαυλη Κοτζιά στο Κορδελιό (όπου είχε καταλύσει ο βασιλιάς Κωνσταντίνος όταν έφθασε στη Σμύρνη στις 12 Ιανουαρίου 1921).

Ο Γάλλος ναύαρχος εξήγησε στον Κεμάλ ότι πρόχειρη έρευνα δείχνει πως οι Τούρκοι ευθύνονται για τη φωτιά. Ο Κεμάλ απάντησε πως είχαν πληροφορίες για οργάνωση αρμενικής αντίστασης, απάντησε δε στο αίτημα του Γάλλου για συγκρότηση μικτής επιτροπής έρευνας ότι απαιτείται άδεια από την Άγκυρα (Εθνοσυνέλευση). Ουδέποτε έγινε η μικτή επιτροπή, μετά δε μερικές μέρες έστειλε τηλεγράφημα στο Γάλλο ναύαρχο που επέρριπτε τις ευθύνες σε Έλληνες και Αρμενίους.

Για να καταλάβει κάποιος τη σημασία της καταστροφής της Σμύρνης, όχι μόνο για τους Έλληνες της Ιωνίας και τους άλλους ξένους κατοίκους που ξεριζώθηκαν από τις εστίες τους, αλλά και για το υπό σύσταση τουρκικό κράτος, που απώλεσε ένα ισχυρό οικονομικό, εμπορικό και ναυτιλιακό κέντρο, θα πρέπει να γνωρίζει τις καταγραφές της εποχής. Σύμφωνα με αυτές, για την κύρια πόλη αναφέρουν ότι υπήρχαν 25 χιλιάδες κατοικίες, 5.260 μικρά μαγαζιά, 2.553 καταστήματα, 27 εργοστάσια, 449 καφενεία, 66 ταβέρνες, 35 κέντρα διασκέδασης, 27 εστιατόρια, 142 εργαστήρια και 20 ξενοδοχεία.

Ο Κεμάλ έφθασε στη Σμύρνη, επικεφαλής του κυρίου σώματος του τακτικού στρατού, το πρωί της Κυριακής 10 Σεπτεμβρίου, εξέδωσε αμέσως διάταγμα εφησυχασμού των 300 χιλιάδων χριστιανών της πόλης, το οποίο όμως στην πράξη δεν εφαρμόστηκε.

Όπως αναφέρει ο Βασίλης Τζανακάρης στο βιβλίο του «Δακρυσμένη Μικρασία»: «[…] δεν γνωρίζουμε αν η πυρκαγιά της Σμύρνης άρεσε ή όχι στον Κεμάλ και αν ήταν δικιά του ιδέα η εντολή πυρπόλησης. Ένας από τους αξιωματικούς, γράφει ο Αλεξάντρ Ζεβακχόφ, θα διηγηθεί στην Μπερτς Ζορζ - Γκόλιτς, “ποτέ δεν είχαμε δει το πρόσωπό του τόσο αλλοιωμένο. Με τραβηγμένα τα χαρακτηριστικά του και έντονο βλέμμα κοιτάζει κατάπληκτος τη νίκη του να συρρικνούται”…»

Δεδομένων της 100ετηρίδας από τη φωτιά και επικειμένων των εορτασμών νίκης στη γειτονική χώρα και των τελετών μνήμης στην Ελλάδα, είναι προτιμότερο αντί οι δύο πλευρές να επιμένουν στις γνωστές υποκειμενικές θέσεις για τα ιστορικά γεγονότα της τραγικής περιόδου 1919 - 1922, να συσταθούν μικτές επιτροπές από έγκριτους ιστορικούς των δύο πλευρών και από ξένα κράτη και να μελετήσουν τις ιστορικές πηγές.

Τα δύο Γενικά Επιτελεία, ιδιαίτερα το τουρκικό, να επιτρέψουν την έρευνα στα αρχεία τους, ώστε να δοθεί μια σαφής και ιστορικά τεκμηριωμένη απάντηση στους απογόνους των προσφύγων, οι οποίοι ξεριζώθηκαν βίαια από τις πατρογονικές τους εστίες, βλέποντας τα σπίτια τους να λαμπαδιάζουν και να γίνονται στάχτη μαζί με τα υπάρχοντά τους και τις θύμησες χιλιάδων ετών.

Ιδιαίτερα από στρατιωτικής πλευράς, να ερευνηθούν τα αμέτρητα πεδία των μαχών, από τα παράλια του Αιγαίου μέχρι το Σαγγάριο ποταμό, να εντοπισθούν οι μαζικοί τάφοι και να αποδοθούν οι πρέπουσες τιμές στους χιλιάδες νεκρούς του ηρωικού Ελληνικού Στρατού, ο οποίος αν και πέτυχε σημαντικές νίκες, πολεμώντας ανά τη Βαλκανική από το 1912, οδηγήθηκε στο Σαγγάριο, εν μέσω πολιτικών διενέξεων, διπλωματικών ελιγμών και συμβιβασμών, με αποτέλεσμα να έλθει η ήττα που σήμανε την απαρχή του ξεριζωμού από τις πατρογονικές εστίες 1,5 εκατομμυρίου προσφύγων.

* Ο ΣΤΡΑΤΗΣ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ είναι Αντιστράτηγος εν αποστρατεία, μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας Λεσβιακών Μελετών.Οι φωτογραφίες είναι από το αρχείο της φραγκολεβαντίνικης κοινότητας της Σμύρνης.

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ
Tο stonisi.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ