Ιστορίες της Καραντίνας: Τέταρτη μέρα και το έριξε στον Μπωντλαίρ
Ιστορία 2η από την περίκλειστη ηρωική Κουλμπάρα της Μυτιλήνης
Δημοσίευση 16/3/2020
Γράφει ο ΑΥΓΟΥΣΤΗΣ*
Ρε σύντροφοι γάτοι της Κουλμπάρας, τι γίνεται....
Περίεργη μέρα σήμερα.
Ξύπνησα πρωί πρωί κι ο δικός μου ήταν ξύπνιος ήδη. Καφέ από αυτόν με την έντονη πικρή μυρωδιά. Κουλούρι ολικής άλεσης που δε μου αρέσει καθόλου, τυρί που μου αρέσει λίγο και ψιλή φετούλα ζαμπονάκι που μου αρέσει πολύ.
Ο χοντρός ο Λάκης ο γλείφτης ήταν ξύπνιος κι αυτός, και καθόταν στα πόδια του. Γλειφόταν… Πρέπει να ‘χε πάρει το μεζεδάκι του… Έκανα πως δεν κατάλαβα…
Ήθελα να αποφύγω το γνωστό…. «Θες να σου δώσω λίγο;» κι αν κάνω με το τρίψιμο στο πόδι του πως «ναι μου αρέσει η ιδέα» σφαλιάρα και το γνωστό «αέι από δω ρε που θες και ζαμπονάκι…».
Αλλά αυτός έκοψε ένα κομμάτι πριν προλάβω να αντιδράσω και μου το έδωσε στο στόμα. «Έλα Αυγουστάκο…» μου είπε.
Κι ο γλείφτης ο Λάκης δίπλα ακίνητος.
Έφαγα το ζαμπονάκι και πέρασα δίπλα του να πάω προς νερού μου στην άμμο μου. «Άντε από δω ρε Βούδα» του είπα χαμηλόφωνα σπρώχνοντας τον. Αλλά αυτός εκεί. Ακούνητος αμίλητος…
Σαν γύρισα ο δικός μου διάβαζε.
«Τα άνθη του κακού» είπε του Λάκη που ολημερίς κάθεται και τον βλέπει στα μάτια.
«Έτσι όταν, σαν τον ποιητή στις πόλεις κατεβαίνει
Στ’ αψήφιστα, στα πρόστυχα, μιαν αρχοντιά χαρίζει,
Και βασιλιάς, αθόρυβα, με δίχως συνοδεία.
Μες τα σπιτάλια όλα θα μπει, σε όλα τα παλάτια».
«Ο Τσαρλς Μπωντλαίρ Αυγουστή το έγραψε για τον κορονοϊό στα ‘Άνθη του κακού’» μου είπε και γέλασε δυνατά…
Δεν αντέδρασα. Απομακρύνθηκα. Η καραντίνα στο σπίτι τέταρτη μέρα κάνει κακό…
Έριξα μια και στο Λάκη που ‘χε μείνει να τον ακούει με ανοιχτό το στόμα να λέει για αυτόν τον Μπωντλαίρ…
Τέλος πάντων
Αργότερα στα πάνω κάτω του, στα άνοιξε κλείσε την τηλεόραση, στα σύρε κι έλα του από την καρέκλα στο παράθυρό και στα ατέλειωτα τηλέφωνα τον είδα θυμωμένο…
«Για τον κορονοϊό φταίνε οι σαρκικές αμαρτίες και οι εκτρώσεις είπε ο παπάς;» είπε στο τηλέφωνο φωνάζοντας. Ξαναέφυγα. Άμα μιλάει για παπάδες φεύγω. Μπορεί να φάω και καμιά αδέσποτη. Κι ο Λάκης φεύγει σε τέτοιες περιπτώσεις…
Κι ύστερα αργά το μεσημέρι τον είδα από τον καναπέ με το κεφάλι στα χέρια. «Όχι πάλι ρε γαμώτο. Όχι πάλι» είπε. Κάτι άκουσα πως έγινε στη Μόρια.
Τι έγινε δε κατάλαβα. Κάτι έπαθε ένα κοριτσάκι; Τι παθαίνουν τα κοριτσάκια μέσα στο σπίτι τους σε αυτό το χωριό ρε σύντροφοι γάτοι της Κουλμπάρας; Εμείς στα σπίτια μας γιατί δεν παθαίνουμε τίποτα;
Σαν κατέβηκε στην κουζίνα να μαγειρέψει αυτές τις αηδίες που τρώει με κάτι πρασινάδες πήδηξα στο γραφείο κι έδωσα μια στο βιβλίο με «τα άνθη του κακού»…
Το έριξα στο πάτωμα. Σαν ανέβηκε και το είδε δεν αντέδρασε. Ούτε καν το σήκωσε από το πάτωμα…
Το άνοιξε απλά και συνέχισε να διαβάζει. Από μέσα του όμως… Όχι σαν το πρωί. Κι είχε ξεκινήσει τόσο όμορφα η μέρα γαμώτο…
Άρχισα να τον συνηθίζω όλη μέρα μέσα στα πόδια μου…
Βγαίνω παίδες. θα τα ξαναπούμε.
* Ο Αυγουστής είναι γάτος που κατοικεί στο σπίτι του Στρατή Μπαλάσκα στην Κουλμπάρα μαζί με το μεγάλο του αδελφό το Λάκη. Άμα σηκώνεται, οπότε σηκώνεται ο μεγάλος του φίλος από τον υπολογιστή μπαίνει και συζητά με τους άλλους γάτους.