Τα αρχοντικά και η αξιοποίηση τους
Γράφει ο ΞΕΝΟΦΩΝ ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ Δημοσίευση 29/4/2019
Στο Πλωμάρι, αλλά και στο Μεγαλοχώρι υπάρχουν πολλά αρχοντικά, χτισμένα στις αρχές ή τα μέσα του προηγούμενου 20ου αιώνα, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία, παραμένουν κλειστά, είτε γιατί οι ιδιοκτήτες τους έχουν μετοικήσει, κυρίως στην Αθήνα, είτε γιατί απαιτεί μεγάλο κόστος η συντήρησή τους, με τις παρούσες, αλλά και μελλοντικές συνθήκες. Προσωπικά ξέρω σπίτια που έχουν να ανοίξουν και να κατοικηθούν, πάνω από πενήντα χρόνια.
Στο Πλωμάρι υπάρχουν αυτή τη στιγμή, 80 περίπου ζευγάρια, Σκανδιναβών κυρίως, που έχουν αγοράσει ή μακροχρόνια ενοικιάσει σπίτια, στα οποία μένουν το μεγαλύτερο διάστημα της χρονιάς. Στις πατρίδες τους πηγαίνουν μόνο για διακοπές ή για να δουν τα εγγόνια τους, μια και όλοι σχεδόν είναι συνταξιούχοι και επιθυμούν να περνούν ιδίως τους χειμώνες τους σε κλίμα πιο εύκρατο και θερμό, από αυτό που επικρατεί στις πατρίδες τους. Τονίζοντας βέβαια και το γεγονός ότι στο Πλωμάρι βρίσκουν ένα κλίμα αστικού οικισμού, που τους ταιριάζει.
Την προτίμησή, πάντως όλων ανεξαιρέτως συγκεντρώνουν τα σπίτια που συγκεντρώνουν χαρακτηριστικά παλιών αρχοντικών, που εξυπηρετούσαν τους κατοίκους τους, στις αρχές μέχρι και τα μέσα του 20ου αιώνα.
Αυτά τα αρχοντικά, μοιραία θα καταστραφούν και θα καταρρεύσουν, κλειστά και αχρησιμοποίητα, αφού είναι βέβαιο πως δεν κατοικούνται, αν κατοικούνται, ούτε ένα μήνα τον χρόνο.
Ένα τέτοιο σπίτι του Πλωμαριού της Μαρίκας Χατζηδημητρίου –Πρωτούλη, ανακαινισμένο πρόσφατα, χωρίς να απαλειφθεί ή να αλλοιωθεί κανένα από τα στοιχεία που το συγκροτούν, μπόρεσε η ΛΕΣΧΗ ΠΛΩΜΑΡΙΟΥ ΒΕΝΙΑΜΙΝ Ο ΛΕΣΒΙΟΣ, με τη συνδρομή της ιδιοκτήτριάς του, να βιντεοσκοπήσει και εντάσσοντάς το στο πρόγραμμα του πολιτιστικού αποθέματος, να αξιοποιήσει την οπτική τουλάχιστον διαιώνισή του, συνδυάζοντας την ύπαρξή του με την ιστορία του Πλωμαριού.
Αυτά λοιπόν τα αρχοντικά ή πλούσια αστικά σπίτια, όπου κι αν βρίσκονται , Πλωμάρι, Μεγαλοχώρι, Αγιάσο, Γέρα, θα μπορούσαν να διασωθούν, να διατηρηθούν, να συντηρηθούν και να αποτελέσουν τουριστικά καταλύματα, συμβάλλοντας και στην δραστική υπόμνηση της ιστορίας και στην τουριστική ανάπτυξη.
Πώς όμως θα ρωτούσε κάποιος, όταν ένα τέτοιο εγχείρημα απαιτεί οργάνωση, σχέδιο, χρόνο και κεφάλαια σημαντικά. Και φυσικά την ιδιοκτησία των προς αξιοποίηση σπιτιών. Τα πράγματα δεν είναι ούτε ακατόρθωτα, ούτε απραγματοποίητα.
Εν αρχή απαιτείται η σύσταση ενός οργανισμού, κατά βάση δημοτικού, με την νομική μορφή που επιτρέπεται να λειτουργεί υπό τους ισχύοντες νόμους. Το επόμενο στάδιο είναι η ανεύρεση των ιδιοκτητών και κατάρτιση συμφωνίας με αυτούς-εδώ είναι τα δύσκολα- κατά την οποία, χωρίς να χάνεται η ιδιοκτησία, θα παραχωρείται η χρήση στον Οργανισμό, για ένα διάστημα 20 ετών, ας πούμε, κατά τη διάρκεια των οποίων θα γίνεται η ανακαίνιση του ακινήτου και στη συνέχεια θα εκμισθώνεται- ΔΕΝ ΘΑ ΠΩΛΕΙΤΑΙ- σε ενδιαφερόμενους, ημεδαπούς ή αλλοδαπούς, και μετά την απόσβεση του δαπανηθέντος κεφαλαίου, θα αποδίδεται στους ιδιοκτήτες του. Η εκμίσθωση θα μπορεί να μην είναι και αποκλειστικά τουριστική, αρκεί να υπάρχουν κανόνες προστασίας του ακινήτου από την φθορά.
Ένας εάν πεισθεί και δει τα αποτελέσματα αυτής της αξιοποίησης, θα ακολουθήσουν και άλλοι.
Το άλλο μεγάλο και δύσκολο βήμα είναι τα κεφάλαια. Αυτά είναι δυνατόν να βρεθούν μέσω διαφόρων ευρωπαϊκών προγραμμάτων, αρκεί η διοίκηση του Οργανισμού να αποτελείται από ανθρώπους οραματιστές, γνώστες, δραστήριους και προ παντός ακέραιους και τίμιους, για να μην έχουμε επανάληψη θλιβερών φαινομένων κατάχρησης δημοσίου χρήματος, που έχουν προκαλέσει τεράστια ζημιά στην οικονομία του νησιού μας.
Πρόταση αποτελούν τα παραπάνω. Δεν δίνουν την λύση, δημιουργούν όμως την αφορμή για γόνιμη συζήτηση και ελπίδες για το μέλλον, για υο οποίο εύχομαι σε όλους ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ και κυρίως ΚΑΛΑ.