Ποιος είναι ο «γύφτος»;
Γράφει ο ΠΑΡΗΣ ΒΟΥΝΑΤΣΗΣ
Δημοσίευση 31/10/2021
Δεν υπάρχει φράση με τον χαρακτηρισμό «γύφτο», «γύφτε», «γύφταρε» που να μην είναι απαξιωτική. Καμία φορά συνοδεύεται και από το πρόθεμα «παλιό» για να δωθεί η ανάλογη μειωτική έμφαση προς τον ακροατή. Διόλου τυχαία η χρήση τέτοιων εκφράσεων, αφού τα στερεότυπα της ελληνικής κοινωνίας θέλουν τους Ρομά άπλυτους και να βρωμούν, να κλέβουν καλώδια, χρυσαφικά και πάσης φύσεως αντικείμενα αξίας, να πωλούν από καρπούζια και παλιά αντικείμενα, μέχρι ναρκωτικά ή και τα παιδιά τους. Μάλιστα δεν πρόκειται απλώς για ελληνικό φαινόμενο, αλλά για μια διεθνή καταδίκη ενός ίσως από τους πιο κατατρεγμένους λαούς του πλανήτη.
Η φυλή των Ρομά έχει τη δική της γλώσσα, είναι πολυάριθμη και δε διαθέτει «πού την κεφαλήν κλίναι». Με έναν εξαιρετικά ενδιαφέροντα και πλούσιο πολιτισμό, οι δεξιότητες τους στην μαγειρική, την υφαντουργία, τον χορό και τη μουσική είναι ήδη αναγνωρισμένες. Ο νομαδικός βίος, στον οποίο έχουν υποχρεωθεί, αποτελεί πλέον θεμέλιο της κοινωνίας τους κι έχει δημιουργήσει ικανότητες επιβίωσης ακόμα και στις πιο αντίξοες συνθήκες, ενώ το εμπορικό δαιμόνιο τους παραμένει απαράμιλλο.
Με τόσα χαρίσματα και οι Ρομά δε διαθέτουν μια οργανωμένη δομή, την οποία να μπορούν να αποκαλούν «κράτος». Ανέκαθεν βιώνουν τον διωγμό και τον περίγελο της κοινωνίας, αφού και στον Μεσαίωνα είχαν τον ρόλο των διασκεδαστών. Παραγκωνισμένοι και σχεδόν ολοκληρωτικά διαχωρισμένοι από το σύνολο της κοινωνίας, οι Ρομά αποτελούν συχνά αντικείμενο εκμετάλλευσης, όπως συμβαίνει χαρακτηριστικά την περίοδο των εκλογικών αναμετρήσεων.
Οι Ρομά υφίστανται την φυλετική διάκριση σε όλους τους τομείς. Ποιος δε θα σκεφτόταν δεύτερη φορά πριν παντρέψει το παιδί του με έναν Ρομά; Ποιος θα παρείχε εργασία σε έναν Ρομά χωρίς φόβο για το αύριο; Ακόμα και στο σχολείο, οι Ρομά είναι αποκομμένοι από το σύνολο των παιδιών και συχνά δέκτες μειωτικών χαρακτηρισμών που στιγματίζουν την πορεία τους. Η συμβολή της ελληνικής κοινωνίας στη διαμόρφωση της αισθητικής των Ρομά διαφαίνεται και από τον διαχωρισμό των όρων «τσιγγάνικο» για κάθε τι όμορφο και αποδεκτό ή «γύφτικο» για όσα θεωρούνται υποβαθμισμένα και μη αποδεκτά παρότι προέρχονται από την ίδια φυλή.
Ως μια υποσυνείδητη επιθυμία να μη δίνονται εύσημα σε έναν «ανάξιο λαό», η ελληνική κοινωνία αποθαρρύνει κάθε εγχείρημα εξίσωσης και ενσωμάτωσης που θα φέρει τους Ρομά στους κόλπους της. Η παραβατικότητα τότε μοιάζει ως μοναδική λύση στα αδιέξοδα ενός Ρομά, αφού φαίνεται να διευθετεί ορισμένα κρίσιμα ζητήματα επιβίωσης, αλλά ανατροφοδοτεί τα κοινωνικά στερεότυπα και τη δεσπόζουσα άποψη ότι οι Ρομά είναι παιδιά ενός κατώτερου θεού. Ποιος όμως αποτελεί τον ηθικό αυτουργό της παραβατικότητας και τι μπορούμε να γίνει προκειμένου να αλλάξει η υφιστάμενη κατάσταση;
Μια αρχή προς τη σωστή κατεύθυνση μπορεί να γίνει με την αναθεώρηση της εικόνας που έχει η κοινωνία για τους Ρομά και τον πολιτισμό τους. Τι θα κάναμε εμείς εάν ερχόμασταν αντιμέτωποι με τον διωγμό, τις προκλήσεις, την απομόνωση και τις δυσκολίες τους. Και ας αναρωτηθούμε, τελικά, ποιος είναι ο «γύφτος»;