Όταν οι «γιαγιάδες της Συκαμνιάς» κέρδισαν το Νόμπελ ανθρωπιάς
Για την αείμνηστη Ευστρατία Μαυραπίδου και την ιστορική φωτογραφία του Λευτέρη Παρτσάλη
Γράφει η ΑΝΘΗ ΠΑΖΙΑΝΟΥ Δημοσίευση 17/2/2022
Η ώρα πήγε 12 το μεσημέρι του Οκτώβρη του 2016 και, σαν άλλο ρολόι που μεταμόρφωσε την πριγκίπισσα σε σταχτοπούτα, οι κάμερες πάγωσαν και οι φακοί δεν ήξεραν πού να στραφούν. Όμως τίποτα δεν μεταμορφώθηκε σε κολοκύθα με την ανακοίνωση του Νόμπελ Ειρήνης, που εν τέλει δεν δόθηκε στη Λέσβο.
Οι αγκαλιές, οι διασώσεις, το γάλα, τα ζεστά ρούχα, το χαμόγελο στους ανθρώπους που κατάφεραν να βγουν σώοι στις ακτές και όλα όσα πρόσφεραν οι κάτοικοι του Αιγαίου, με μπροστάρηδες τις τρεις γιαγιάδες, τους ψαράδες Στρατή Βαλαμιό και Θανάση Μαρμαρινό αλλά και εκείνους που δεν εστίασε ο φακός, είναι ακόμα εκεί.
Με αφορμή τον θάνατο της Ευστρατίας Μαυραπίδου θυμόμαστε εκείνο το Νόμπελ που δεν δόθηκε στη Λέσβο το 2016, αλλά στον Κολομβιανό πρόεδρο Χουάν Σάντος.
Εξάλλου, μαζί με το δράμα της προσφυγιάς στέκει ακόμα στη Σκάλα Συκαμιάς ο «πατριωτισμός» της αλληλεγγύης, όπως έχει κωδικοποιήσει σε επιστημονικό του άρθρο ο καθηγητής Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Ευθύμιος Παπαταξιάρχης.
«Δεν πειράζει…»
«Δεν πειράζει, κόρη μου, που δεν το πήραμε εμείς», έλεγαν οι τρεις γιαγιάδες τότε. «Η αγάπη του κόσμου μάς φτάνει! Άμα έχεις και πολλά, δεν ξέρεις τι θα τα κάνεις. Εμάς μας φτάνει η σύνταξη», σχολίασαν για το αποτέλεσμα… «Τα ταΐσαμε, ό,τι μπορούσαμε κάναμε, γρι(γ)ές είμαστε. Το θέμα είναι τι θα κάνει η Ελλάδα γι’ αυτά τα μωρά. Από τον πόλεμο ήρθανε, τι φταίνε αυτοί οι άνθρωποι. Κι εσείς τι θα κάνατε αν ερχόσασταν νηστικοί από τον πόλεμο…», πρόσθεσαν.
Ο Στρ. Βαλαμιός, επίσης υποψήφιος για το Νόμπελ Ειρήνης, αναχωρούσε για ψάρεμα. «Οι λογαριασμοί δεν πληρώνονται με τα βραβεία», μας είπε. Πριν από την ανακοίνωση του Νόμπελ τόνισε: «Έκανα αυτό που θα έκανε ο καθένας κι αυτό που θα έκαναν όλοι μας. Το θέμα είναι για όποιον πάρει το βραβείο, θα σταματήσει ο πόλεμος; Θα σταματήσει η προσφυγιά; Ή οι βόμβες θα συνεχίσουν να πέφτουν;»
Η αείμνηστες Μαρίτσα και η Ευστρατία Μαυραπίδου, ξαδέρφες ήταν φίλες με την Αιμιλία Καμβύση που προτάθηκε για νόμπελ, μια που ήταν εκείνη στη διάσημη φωτογραφία που τάιζε το μωρό από τη Συρία με το μπιμπερό.
Η Αιμ. Καμβύση, γνωστότερη ως Μιλίτσα στη Σκάλα Συκαμιάς, λίγη ώρα πριν ανακοινωθεί το όνομα για το Νόμπελ Ειρήνης πήγε… για τα πρωινά ψώνια: «Ψωμί δεν είχα και πήγα κάτω και πήρα, πήρα και βούτυρο, έβαλα και λίγο κοτόπουλο να κάνω λίγο πιλαφάκι!» Μόνο άγχος δεν είχε, ενώ μας εκμυστηρεύτηκε αρκετή ώρα πριν από τις 12 το μεσημέρι που θα ανακοινώνονταν το όνομα ότι δεν πίστευε ότι θα πάρει το Νόμπελ. Είχε ποντάρει στη... Γερμανίδα καγκελάριο Άγκελα Μέρκελ!
Η φίλη της, η Μαρίτσα, μας έλεγε ότι γεννήθηκε στη Σκάλα Συκαμιάς και ότι οι γονείς της έφτασαν το 1922 από απέναντι. «Όλη αυτή η γειτονιά είναι από τα σπίτια προσφύγων», μας ξεναγούσε σε αυτά. «Δεν είχαν ρούχο να βάλουν, μας μεγάλωσαν με αίμα. Κι εμείς μετά παλέψαμε με νύχια και με δόντια να κάνουμε οικογένεια, να μεγαλώσουμε και τα εγγόνια μας», συνέχισαν.
Η περίφημη «στιγμή»
Για τη μέρα που ο φωτογράφος Λευτέρης Παρτσάλης απαθανάτισε τις τρεις γιαγιάδες στο παγκάκι με το μωρό μίλησαν η Μαρίτσα και η Μιλίτσα: «Τότε βγαίναν πέντε και 10 βάρκες τη μέρα από την Τουρκία, πολύς κόσμος. Εκείνη την ημέρα ήταν πάνω από 100 άτομα. Εμείς παγαίναμε να τους βλέπουμε, να βοηθούμε, τα απογεύματα δεν είχαμε και δουλειά γιατί είναι το σπίτι μου κοντά και τους έβλεπα, μέχρι και τα μεσάνυχτα. Όταν βγήκαν όλα τα άτομα, η μητέρα είχε βραχεί μέχρι τη μέση, το μωράκι όμως όχι. Της είπαμε να φέρει το παιδάκι να πάει να ντυθεί, γιατί δεν ήξερε ότι είχε οργανώσεις, φορέματα να βάλει, σούπα και τα τσάγια που βράζουν. Της είπαμε λοιπόν “πήγαινε εκεί και μετά έλα να το πάρεις”. Την ντύσαν λοιπόν πολύ καλά.
Το παιδάκι εντωμεταξύ γκρίνιαζε, φαινόταν πως πεινά. Ξέραμε εμείς ότι εκεί είχαν γάλα και με τα νοήματα καταλαβαίναμε. Το έφτιαξαν, αλλά το μωρό δεν το έπινε και της έκανα νόημα να το βάλει στη βρύση γιατί έκαιγε. Ε, μετά το πήρε η Μιλίτσα. Ο φωτογράφος μάς είπε μήνες μετά ότι για πολλή ώρα πάλευε να μας βγάλει. Εμείς χαμπάρι δεν είχαμε!»
Κάποιες μέρες μετά, συγγενείς τους στην Αθήνα είδαν στην τηλεόραση τις τρεις γιαγιάδες και τότε εκείνες ενημερώθηκαν ότι είχαν γίνει… viral!
Ο ίδιος ο φωτογράφος στη μνήμη της Ευστρατίας Μαυραπίδου έγραψε:
«Σημασία δεν έχει η προβολή που πήραν μέσα απο μια εικόνα αλλά η πράξη αυτή καθ αυτή που έμεινε εκεί να μας δείχνει πως η ανθρωπιά δεν έχει σύνορα χρώματα ηλικία πιστεύω, είναι κάτι πάνω απ ολα αυτά, το να είσαι άνθρωπος να παραμένεις ανθρώπινος καθ όλη τη διάρκεια της ζωής σου στα δύσκολα και στα εύκολα. Καλό ταξίδι γιαγιά Ευστρατία»