Ο ευαγής οίκος της «μανδάμ Παρασκευούλας»!
Γράφει ο ΒΑΣΟΣ ΒΟΜΒΑΣ
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 7/8/2019
Το «Κάτω Φλούριον» της Μυτιλήνης όπου τα «επίσημα» πορνοστάσια - βουστάσια του εκείνου καιρού, ένθα ενδιαιτών το αι ονομασταί πόρναι: Μελέκ, Βέρα, Μπέιμπυ, Φλώρα και άλλΕ, υπό την προστασίαν των τειχών και των επάλξεων και την αυστηράν επίβλεψιν των «Μαμάδων»! Διακεκριμέναι Διεφθύντριαι διετέλεσαν: Η μανδάμ Κοπτερού (πλουσιότερη πασών), η Παρασκευούλα (δεύτερη τη τάξει), η Μαγνησαλιά (πρόσφυξ εκ Μαγνησίας), η Deve Κατίνα (πληθωρισμός σαρκών) και άλλαι τινές δευτερεύουσαι. Κατα καποιον καιρόν, ως όδιος επί των Ηθών (!) είχον το entree libre και απήλαυα τιμής ένεκεν τας ωραίας εξ αυτών.
Ητον η εποχή εκείνου του σεξικού υποσιτισμού της τότε νεολαίας της μεσαίας τάξεως, που ψάχναμε με μάτι γαρίδα πότε να φυσήξει ο άνεμος να φανεί καμιά τορνευτη γαμπίτσα! Ενώ οι λελέδες,τα βουτυρόπαιδα της αριστοκρατίας, είχαν χαρέμι στα σπίτια τους φροντίδι των μαμαδων από φτωχοχωριανά κορίτσια υπηρέτριες. δούλες τις λέγανε οι μεγαλουσιάνες κυράτσες και -ευγενως καμιά φορά- «παρακόρες»!
Διότι δεν τις πλήρωναν, μονάχα τις έταζαν: «Αν είσαι καλό κορίτσι,θα σε παντρέψουμε μ’ ένα καλό παιδί!» Ζήσε γάιδαρε…
Εν τω μεταξύ ο… μπέμπεκας της οικογενείας, βολευότανε τα βράδια στο κρεβάτι της… δούλας!
Έτσι το λοιπόν τα πορνοστάσια εκείνα ήταν μια κάποια λύσις -κατά Καβαφην- για τους πεινώντας εγκαύλους νέους του καιρού εκείνου, όπου πλησίστιοι υπήγαιναν προς κατευνασμόν και εκτόνωσιν! Ιδίως την Άνοιξιν των… φουσκοδενδριών και του αψύ αιμάτου που νιώθει το αρσενικόν σαν διχρονίτικο γαϊδούρι βαρβάτο!!!
Η αβροδίαιτος όμως κόρη -άλλο δράμα αυτό- οιστρηλατημένη από τα νάματα της θηριώδους ηθικολογίας έπρεπε να είναι «παρθενικόν καύχημα» διότι η παρθενία ήτον η κορωνίς της εναρέτου κόρης!! Έφτανε στα 15, στα 16 στα 17 και που να νιώσει χαρά στα μεριά!
Έτσι πάντοτε υπό το αυστηρόν βλέμμα του πατρός και του υιού της οικογενείας δεν επιτρέποντο ούτε θωπείαι των μαστών, ούτε φιλήματα, πολύ δε πιο πολύ ούτε και το πινέλον! Έπρεπε η «θυσία» να γίνει τελετουργικώς την πρώτη νύχτα του γάμου και το πρωί οι κανίβαλοι γονείς έπρεπε να δουν τα πειστήρια και να διακριβώσουν το «εν τάξει»! Και είμεθα τω καιρώ εκείνω θαμώνες αραιοί πως, λόγον του ότι το «βύζιτο» ήτονε ‘κοσπεντάρι και δεν ύπαρχε πλειστάκις.
Περνούσαμε, βλέπαμε.... κι αμάν αμάν τον λόγον είχεν ο Αυνάν! Στις αρχές της σταδιοδρομήσεως μου, εν υπηρεσία, διετέλεσα Γραμματεύς Ηθών και βρήκα τη χαρά μου! Και τι τσιριμόνια και τι κοπλιμέντο και περάστε κύριε Γιαννάκι μας από δω, περιπεράστε από κει και περικαθήστε και χάδεβαν τις πολυθρόνες με φτερό πούπουλου για να κάτσει ο κώλος μου! «Α νε ο ζαμανλάρ» ως θα έλεγεν ο «κυρ» Θόδωρος ο «πετροσυλλέκτης», το καντέμι του Κιοσκιού (δηλαδή που ‘ναι τα χρόνια εκείνα....)
Είδες το φλούριον Όμηρε; Παλιά ζαμάνια κι αναμνήσεις και...τι δραστηριότητες μου ξύπνησε....
Ζητώ συν-γμώμην διά σοβαράν παράλειψιν από τον εσμόν των ρουφιάνων. Δέον όπως εις το Πάνθεον των εξαίρετων αυτών θεραπαινίδων της Πανδήμου Αφροδίτης να προστεθεί και το ιστορικόν όνομα των μεταγενεστέρων «Νερατζώς» και «Ταραμάδαινας», γιά την πληρότητα του πράγματος και δια να μην κάνουμε και αδικίες....
Γιαννακός-Αλύτης-Βόμβας.
Απο το βιβλίο του «ΟΙ ΦΙΛΟΙ ΜΟΥ ΚΙ ΕΓΩ»
Εκδόσεις ΣΜΙΛΗ.
Mutatis Mutandis κατά τον ίδιο τρόπο ξύπνησε και η δική μου γενιά. Γύρω στα 16 με 17 μας χρόνια, με κοντά παντελονάκια ακόμα, μυηθήκαμε στον αγοραίο έρωτα και απωλέσαμε την παρθενία μας, εκεί στους ευαγείς οίκους του Κάτω Φρουρίου. Τώρα όλ’ αυτά εκεί στο ξερό τοπίο έμειναν ρημάδια μιας αλλαργινής εποχής, φθόγγοι και μόρια ήχων βραχνών ασέμνων πορνών και πορνοβίων θαμώνων.
Καλοκαίρι του 2019