«Μαμά, μπαμπά, είμαι κουκουλοφόρος»
Γράφει ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΜΑΡΙΝΑΤΟΣ
Δημοσίευση 22/4/2021
Ήμουν πεπεισμένος μετά και τα περιστατικά του Οκτωβρίου του 2012, όταν στο θέατρο Χυτήριο παρενέβαιναν ακροδεξιά στοιχεία και μέλη της εκκλησίας με συντονιστές μέλη της Χρυσής Αυγής και προπηλάκιζαν τους ηθοποιούς της παράστασης «Corpus Christi», που κατά την άποψή τους προσέβαλε τη θρησκευτική τους συνείδηση, ότι όλα αυτά ανήκαν σε ένα ερεβώδες παρελθόν που δεν θα μας απασχολούσε ξανά. Ότι είχαμε συνειδητοποιήσει ως κοινωνία ότι η έκφραση μέσω της τέχνης, η οποία προστατεύεται από το σύνταγμα, είναι, εξαιρουμένων ακραίων περιπτώσεων, ελεύθερη και ότι δεν νοείται ο κάθε πολίτης ή πολιτικός, ανάλογα με την πολιτική και ιδεολογική του τοποθέτηση, να καταφέρεται εναντίον αυτής.
Κι ενώ μετά την τσιμεντοποίηση της ακρόπολης, την υπόθεση Λιγνάδη και την ανύπαρκτη κρατική ενίσχυση προς τους μουσικούς και τους ηθοποιούς, θα περίμενε κανείς ότι η κυβέρνηση και τα μέλη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας δεν θα στοχοποιούσαν για ακόμη μία φορά τον χώρο της τέχνης, έρχεται η πραγματικότητα να μας διαψεύσει.
Στον 21ο αιώνα, λοιπόν, οι κκ Πλεύρης και Μαρκόπουλος φέρνουν ως θέμα στη βουλή τον έλεγχο (!!!) εκπομπής της ΕΡΤ, διότι απαγγέλθηκε σ’ αυτή το τραγούδι «Μαμά, μπαμπά, είμαι κουκουλοφόρος» (!!!) από τον Σπύρο Γραμμένο, γιατί, κατά την άποψή τους, παρακινεί σε βία. Μια ΕΡΤ η οποία, παρεμπιπτόντως, θα πρέπει επιτέλους όλοι μας να καταλάβουμε ότι δεν μπορεί να συμπεριφέρεται σαν κομματικό όργανο της εκάστοτε κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας, αλλά ως κρατικό κανάλι θα πρέπει να καλύπτει και να προβάλλει όλες τις απόψεις.
Αδυνατώντας να καταλάβω πώς ένα τραγούδι που αρχίζει με τις λέξεις «μαμά, μπαμπά» μπορεί να οδηγήσει σε βία και ψύχραιμα διαβάζοντας τους στίχους του τραγουδιού, γίνεται εύκολα κατανοητό ότι ο συνθέτης απολογείται στους γονείς του για τη στάση του απέναντι στην αστυνομία. Πέραν τούτου, φυσικά, η λογική αυτή κατά την οποία, όποτε κάποιος βουλευτής διαφωνεί με το περιεχόμενο ενός τραγουδιού ή και γενικότερα καλλιτεχνικού έργου να το πηγαίνει ως θέμα στη βουλή, μόνο σε επικίνδυνα αποτελέσματα και στον παραλογισμό μπορεί να καταλήξει. Διότι μ’ αυτή τη λογική θα έπρεπε να είχαν λογοκριθεί και να μην ακούγονται σήμερα έργα σπουδαίων συνθετών.
Για παράδειγμα, σήμερα δεν θα ακούγαμε το «τα παιδιά κάτω στον κάμπο» του Μάνου Χατζιδάκι ή «τον πολιτευτή» του Σαββόπουλου. Δεν νομίζω αυτοί οι στίχοι αυτών των τραγουδιών να παρακινούν λιγότερο σε βία απ’ ό, τι αυτοί του Σπύρου Γραμμένου… Και δεν πιστεύω κάποιος να θεωρεί ότι οι παραπάνω συνθέτες ανήκαν ή ανήκουν στο χώρο της αριστεράς. Αν υιοθετούσαμε τη λογική να κόβουμε και να λογοκρίνουμε έργα τέχνης, επειδή θίγεται η θρησκευτική συνείδηση ή η προσωπικότητα κάποιου πολίτη, όχι απλά δεν είχαμε τους εξαιρετικούς αυτούς καλλιτέχνες (με τους οποίους πολλοί ενδεχομένως να διαφωνούμε ιδεολογικοπολιτικά, αλλά όλοι αναγνωρίζουμε το καλλιτεχνικό τους έργο), αλλά επιπλέον θα μιλούσαμε για μια ακρωτηριασμένη δημοκρατία… Περιορισμένη έκφραση μέσω της τέχνης δεν σημαίνει μόνο περιορισμένη ελευθερία λόγου αλλά και περιορισμένη δημοκρατία
Ένα δημοκρατικό πολίτευμα διακρίνεται από ένα αυταρχικό σε ακραίες και αμφιλεγόμενες καταστάσεις. Από το αν δείχνει σεβασμό στις επιλογές, απόψεις και δικαιώματα των μειοψηφιών, από το αν δίνει ανεμπόδιστα χώρο έκφρασης στις μειοψηφίες. Δυστυχώς, στη χώρα μας, δεν φαίνεται να γίνεται κάτι τέτοιο αποδεκτό, καθώς η κυβέρνηση συμπεριφέρεται ρεβανσιστικά σε καταδικασθέντες και μέλη της κοινοβουλευτικής πλειοψηφία αρέσκονται στο να λογοκρίνονται τραγούδια και εκπομπές, στις οποίες αυτά απαγγέλλονται, επειδή απλά αντιτίθενται στις προσωπικές τους απόψεις.