Τα μειωμένα αποθέματα ελαιολάδου αλλάζουν τις ισορροπίες
Στους 465.000 εκτιμά η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον όγκο των αποθεμάτων ελαιολάδου στο τέλος του Σεπτεμβρίου
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 7/1/2022
Σε πολύ χαμηλό επίπεδο αναμένεται να διαμορφωθούν τα αποθέματα ελαιολάδου το Σεπτέμβριο του 2022 σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Συγκεκριμένα εκτιμάται πως θα διαμορφωθούν στους 465.000 τόνους. Στο τέλος του Σεπτεμβρίου του 2021 τα αποθέματα είχαν διαμορφωθεί στους 616.000 τόνους, το 2020 σε 678.000 τόνους, το 2019 στους 783.000 τόνους, το 2018 στους 531.000 τόνους και το 2017 322.000 τόνους.
Οι εκτιμήσεις για τα αποθέματα είναι ένα από τα στοιχεία που παίζουν σημαντικό ρόλο στην διαμόρφωση των τιμών παραγωγού για το ελαιόλαδο σε όλες τις ποιοτικές κατηγορίες. Οι άλλοι κρίσιμοι παράγοντες είναι η παραγωγή ελαιολάδου, η κατανάλωση και οι εξαγωγές.
Την φετινή ελαιοκομική περίοδο η παραγωγή ελαιολάδου στις χώρες της Ε.Ε. εκτιμάται, από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, στους 1,97 εκατ. τόνους, η κατανάλωση στους 1,5 εκατ. τόνους και οι εξαγωγές σε 0,83 εκατ. τόνους. Παράλληλα θα γίνουν και εισαγωγές 0,21 εκατ. τόνων.
Όλοι οι παραπάνω αριθμοί δείχνουν ότι σε αυτή την χρονική στιγμή υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να διατηρηθούν και το επόμενο διάστημα οι σχετικά ικανοποιητικές τιμές που πουλάνε το ελαιόλαδο οι παραγωγοί.
Αν μάλιστα δεν υπάρξει αυξημένη παραγωγή ελαιολάδου στην Ισπανία την επόμενη χρονιά τότε τα σημερινά επίπεδα τιμών του ελαιολάδου θα συνεχιστούν και τους επόμενους μήνες. Οι Ισπανικοί ελαιώνες έχουν δείξει πως μπορούν να παράγουν ως και 1,8 εκατ. τόνους. Κατά συνέπεια η εξέλιξη της παραγωγής σε αυτή την χώρα επιδρά καθοριστικά στην διαμόρφωση των τιμών παραγωγού σε όλες τις χώρες της Μεσογείου.
Άλλα στοιχεία που θα παίξουν ρόλο στην διαμόρφωση του όγκους της παραγωγής κατά την επόμενη ελαιοκομική περίοδο είναι η αύξηση του κόστους των λιπασμάτων, των υγρών καυσίμων και του ηλεκτρικού ρεύματος. Οι συντελεστές αυτοί θα αυξήσουν το κόστος παραγωγής κυρίως στους εντατικούς ελαιώνες ενώ η αύξηση του κόστους παραγωγής στους παραδοσιακούς ελαιώνες θα είναι μικρότερη.