Χωρίς δάκο οι εγκαταλελειμμένοι ελαιώνες
Έρευνα του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα - Ισπανίας για την ανάπτυξη του δάκου και των φυσικών εχθρών του
Γράφει ο ΝΙΚΟΣ ΜΑΝΑΒΗΣ Δημοσίευση 9/4/2022
Η Ομάδα βασικής και εφαρμοσμένης έρευνας για τα υμενόπτερα (τάξη εντόμων) του Πανεπιστημίου της Σαλαμάνκα (USAL) μελέτησε τα παραδοσιακά και βιολογικά συστήματα καλλιέργειας της ελιάς σε σχέση με τις επιπτώσεις τους στη βιοποικιλότητα και τον έλεγχο των παρασίτων στα οικοσυστήματά τους. Για πρώτη φορά στον κόσμο, αξιολογήθηκαν οι επιπτώσεις της εγκατάλειψης της γεωργίας στον δάκο της ελιάς και στους κύριους φυσικούς εχθρούς του.
Η έρευνα διεξήχθη στους ελαιώνες της δυτικής Σαλαμάνκα και δημοσιεύθηκε στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό εντομολογίας Insects. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον, για την ελαιοκομία της Λέσβου, παρουσιάζουν τα αποτελέσματα της έρευνας αυτής για την παρουσία του δάκου στους εγκαταλελειμμένους ελαιώνες. Κι αυτό γιατί στην Λέσβο υπάρχουν πολύ μεγάλες εκτάσεις εγκαταλελειμμένων ελαιώνων στις οποίες δεν εφαρμόζεται κανένα μέτρο καταπολέμησης του δάκου, όπως ψεκασμοί, παγιδοθεσίας κλπ.
Ειδικότερα η μελέτη για τους εγκαταλελειμμένους ελαιώνες έδειξε πως φιλοξενούν μεγαλύτερη ποικιλία και μεγάλο αριθμό φυσικών εχθρών του δάκου αιτία είναι η πλούσια βλάστησης τους. Τόσο οι βιολογικοί ελαιώνες όσο και οι εγκαταλελειμμένοι εξίσου πλούσιες και ποικίλες κοινότητες φυσικών εχθρών του δάκου, αν και με «διαφορετική σύνθεση».
Σε αντίθεση με ότι πιστεύεται οι μη καλλιεργούμενοι ελαιώνες δεν λειτουργούν ως δεξαμενές για τον δάκο της ελιάς, καθώς δεν φιλοξενούν σχεδόν καθόλου άτομα. Αντιθέτως, αναφέρουν οι μελετητές: «συμβάλλουν στην καταπολέμησή του διατηρώντας πολύ πλούσιους και άφθονους πληθυσμούς φυσικών εχθρών, οι οποίοι, ταυτόχρονα, μπορούν επίσης να μετακινηθούν στα καλλιεργούμενα ελαιοκτήματα».
H μελέτη επισημαίνει ότι η φυσική διατήρηση της μεγάλης βιοποικιλότητας που απαντάται σε αυτούς τους ελαιώνες είναι αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της παραδοσιακή διαχείρισή τους. Επίσης υπάρχει η εκτίμηση πως η περαιτέρω εγκατάλειψη θα είχε ως αποτέλεσμα «όχι μόνο τη μείωση των αισθητικών και πολιτιστικών αξιών που συνδέονται με αυτά τα αγρο - οικοσυστήματα, αλλά και την απώλεια, ενδεχομένως ανεπανόρθωτη, μεγάλου μέρους της βιοποικιλότητας που απαντάται σε αυτούς».