× Στο Νησί
SOCIAL MEDIA

Oμοιότητες και διαφορές Βυζαντινής Μουσικής και δημοτικού τραγουδιού

Γράφει ο πατήρ ΕΥΣΤΡΑΤΙΟΣ ΓΙΟΥΣΜΑΣ

Από το NEWSROOM Δημοσίευση 5/2/2020

Oμοιότητες και διαφορές Βυζαντινής Μουσικής και δημοτικού τραγουδιού

ΟΜΟΙΟΤΗΤΕΣ

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

1.Έχουν κοινή καταγωγή: την αρχαία ελληνική μουσική.

Το δημοτικό τραγούδι μάς έρχεται αρκετά αργότερα από τη βυζαντινή μουσική, στη μορφή που το γνωρίζουμε ως σήμερα. Οι απαρχές του χρονολογούνται στον 8ο με 9ο αι. μ.Χ., δηλαδή τότε που δημιουργήθηκαν τα πρώτα ακριτικά τραγούδια. Απ’ την άλλη, η βυζαντινή παρουσιάστηκε, με πρωτόλεια μορφή, ήδη στους αποστολικούς χρόνους, αλλά συστηματοποιήθηκε ως τέχνη σταδιακά τα επόμενα χρόνια. Η μορφή βέβαια με την οποία την γνωρίζουμε σήμερα, τουλάχιστον στη γραφή της, είναι αυτή με την οποία μας την παρέδωσαν οι τρεις διδάσκαλοι: Χρύσανθος, Γρηγόριος ο Λαμπαδάριος και Χουρμούζιος, το1814μ.Χ.

Και τα δύο είδη όμως έλκουν την καταγωγή τους από την αρχαία ελληνική μουσική. Πριν απ’ όλα, ως προγενέστερο είδος, η βυζαντινή και κατόπιν η δημοτική μουσική ως γνήσιο τέκνο της πρώτης. Πολλά σημεία είναι αυτά που δείχνουν την κοινή αυτή ρίζα τους, τα οποία θα αναφέρουμε επιγραμματικά, με τη διευκρίνιση ότι τα σημεία αυτά ανταποκρίνονται καταρχάς στη σχέση βυζαντινής και αρχαίας ελληνικής μουσικής και κατ’ επέκταση στη σχέση δημοτικής και αρχαίας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Τα σημεία αυτά είναι σκόπιμο να τα διακρίνουμε σε δύο κατηγορίες.

Η μία έχει να κάνει με την αδιαμφισβήτητη ιστορικά επιρροή του ελληνικού πολιτισμού στη διαμόρφωση του πολιτισμού της βυζαντινής αυτοκρατορίας (της περιόδου δηλαδή κατά την οποία ήκμασε η βυζαντινή μουσική) γεγονός το οποίο δε θα μπορούσε παρά να επηρεάσει και τον μουσικό πολιτισμό της περιόδου.

Στο Βυζάντιο, στο οποίο συνεχίζεται πληθυσμιακά η δομή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, ζούσαν, όπως γνωρίζουμε, δεκάδες εθνότητες, όπως Έλληνες, Σύριοι, Αιγύπτιοι, Ιλλύριοι, Σκύθες, Ασιάτες, Αρμένιοι, Εβραίοι κ.α. Η εθνότητα όμως των Ελλήνων1 είχε τον κυρίαρχο ρόλο και ο πολιτισμός τους αφομοιώθηκε από τους υπόλοιπους λαούς του Βυζαντίου, σε βαθμό τέτοιο ώστε οι Έλληνες ταυτίστηκαν ολοένα και περισσότερο με το βυζαντινό κράτος, το οποίο σιγά-σιγά έγινε ελληνικό, «όχι μόνο κατά τη γλώσσα και τον πολιτισμό αλλά και κατά τη συνείδηση»2, όπως χαρακτηριστικά γράφεται από τους ιστορικούς. Είναι λογικό επομένως η μουσική που αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του βυζαντινού κόσμου να έλκει στοιχεία και να βρίσκει τις ρίζες της στον πολιτισμό των Ελλήνων, οι οποίοι εξάλλου ήταν από τις πρώτες εθνότητες που ασπάστηκαν τον χριστιανισμό.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

Υπάρχουν όμως και άλλα σημεία που αποδεικνύουν την καταγωγή της βυζαντινής και κατ’ επέκταση της δημοτικής μας μουσικής από την αρχαία ελληνική κι αυτά βασίζονται στο καθαρά μουσικοτεχνικό κομμάτι:

α. Η παρασημαντική (δηλαδή η σημειογραφία ή αντίστοιχα, στην Ευρωπαϊκή Μουσική, ή καταγραφή των φθόγγων) της Βυζαντινής Μουσική -και κατ' επέκταση της παραδοσιακής, όταν αργότερα άρχισε να καταγράφεται- βασίζεται στην αρχαία μουσική σημειογραφία. Πρόκειται για τη λεγόμενη αλφαβητική σημειογραφία, που στηρίζεται στα γράμματα της Αλφαβήτου. Οι αρχαίοι έλληνες χρησιμοποιούσαν την αλφάβητο, παραποιώντας την ελαφρώς, μαζί με άλλα περίπου 1.500 σημεία, για να αποτυπώσουν τη μουσική κι αυτό φαίνεται στα έργα του Αλύπιου, του Αριστείδου Κουϊντιλιανού, του Γαυδεντίου και άλλων. Στη βυζαντινή μουσική η αλφαβητική σημειογραφία ήκμασε ήδη από τους πρώτους αποστολικούς χρόνους μέχρι να αντικατασταθεί τον 4ο αι. περίπου από άλλα σύμβολα.

β. Στη Βυζαντινή Μουσική ακολουθείται, με κάποιες παραλλαγές, για κάποια μέλη, η λεγόμενη Πυθαγορική Οκτάχορδος, την οποία, όπως φανερώνει και το όνομά της, εφηύρε ο αρχαίος φιλόσοφος, μαθηματικός και μουσικός Πυθαγόρας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΗ

γ. Οι 8 ήχοι της Βυζαντινής Μουσικής (τους οποίους, με κάποιες παραλλαγές ανάλογα με την περιοχή, ακολουθούν και τα δημοτικά τραγούδια) συστηματοποιήθηκαν, κατά βάση από τον Αγ. Ιωάννη το Δαμασκηνό, μετά από αναμόρφωση των αρχαίων ήχων: Δώριο, Φρύγιο, Λύδιο, Μιξολύδιο, Υποδώριο, Υποφρύγιο, Υπολύδιο, Υπομιξολύδιο.

δ. Οι πρώτοι χριστιανικοί ύμνοι, που γράφηκαν, την εποχή της «κατακόμβης», εμπνέονταν από τους «τύπους» της αρχαίας ελληνικής μουσικής. Είναι χαρακτηριστικό πως εμπνευσμένοι από τις λεγόμενες «ελληνικές ωδές», αλλά και προς αντικατάστασή τους, οι πρώτοι χριστιανοί έψαλλαν τις λεγόμενες «πνευματικές ωδές». Απ’ την άλλη, στο δημοτικό τραγούδι υπάρχει μια σχετική αντιστοιχία. Ο πρώτος εκδότης ελληνικών δημοτικών τραγουδιών Claude Fauriel εκφράζει τη γνώμη πως φτάσαμε στα γνωστά δημώδη άσματα από μια βαθμιαία και αργή μεταβολή της αρχαίας λαϊκής ποίησης των Ελλήνων και παραθέτει μια σειρά μαρτυριών περί δημωδών ασμάτων κατά την αρχαιότητα, όπως εργατικών, γαμηλίων, συμποτικών, αγερμικών κ.ο.κ. με τις ονομασίες: «επιμύλιος ωδή, έλινος, Λιτύερσης, βουκολιασμός, καταβαυκάλισις, ολοφυρμός, άνθεμα, χεολιδόνισμα, κορώνισμα». Εξάλλου οι ίδιες οι λέξεις μας δείχνουν τον …δρόμο: «τραγούδι» λέμε σήμερα για τη δημοτική μας μουσική, «τραγώδιον» (από την τραγωδία) έλεγαν οι αρχαίοι. Ως προς τη θεματολογία δε αλλά και την τεχνική των δημοτικών τραγουδιών υπάρχουν πολλές μελέτες που βεβαιώνουν την άμεση σχέση πολλών εξ αυτών με τα ομηρικά έπη αλλά και την Ησιόδεια ποίηση. Ούτε επίσης είναι τυχαίο ότι ο δεκαπεντασύλλαβος δημοτικός στίχος αποτελεί εξέλιξη του αρχαίου ιαμβικού καταληκτικού τετραμέτρου. Κι αυτά είναι μόνο ενδεικτικές αναφορές…3

ε. Τα στροφάρια των αρχαίων, δηλαδή ποιήματα που δέχονταν την ίδια μουσική επένδυση, ενέπνευσαν τη δημιουργία των Προσομοίων στη Βυζαντινή Μουσική, που έχουν ακριβώς την ίδια έννοια, αλλά και των διστίχων ή τετραστίχων της δημοτικής μας μουσικής, όπως οι γνωστές μαντινάδες, που ντύνονται πάντα με το ίδιο μουσικό μοτίβο.

στ. Η αρχή της αδιάσπαστης ενότητας ποιητή και μουσικού, ιδιότητες που θα πρέπει να συγκεντρώνονται δηλαδή, σύμφωνα με την αρχή αυτή της αρχαίας ελληνικής μουσικής, σε ένα πρόσωπο, εμφορούσε, τουλάχιστον έως τον 8ο αι. μ.Χ. και τη Βυζαντινή. Όσο για το δημοτικό, όπου την πρωτοβουλία είχε ο «άγνωστος» λαϊκός ποιητής, τα πράγματα γίνονταν τόσο φυσικά και αυθόρμητα που δε θα μπορούσε άλλος να γράφει μουσική και άλλος στίχους –σε πρώτη φάση τουλάχιστον- παρά να προκύπτουν και τα δύο αυθόρμητα από τους καημούς και τα πάθη της ψυχής αυτής της σοφής «άγνωστης» λαϊκής πένας, που μας είναι ωστόσο …τόσο πολύ γνωστή και οικεία…

η. Εξάλλου ήταν λογικό να έχει τα ουσιώδη στοιχεία ελληνικότητας η Βυζαντινή Μουσική, καθώς οι μεγάλοι πατέρες και δάσκαλοι που δημιούργησαν τα μέλη της, ήταν Έλληνες ή έστω κατείχαν την ελληνική παιδεία. Πολλοί μάλιστα από αυτούς, συνέθεταν, ως μουσικοί, με πρότυπο την αρχαία δραματική και λυρική ποίηση, ενώ αντίστοιχα και οι περισσότεροι από όσους προσέρχονταν στο Χριστιανισμό ήταν Έλληνες και ελληνίζοντες.

θ. Τέλος ακόμα και ο τρόπος οργάνωσης του χορού των ψαλτών καθώς και το όλο τελετουργικό της θείας λειτουργίας και της χωροθέτησης θύμιζε αρχαίο ελληνικό θέατρο. Ο «ποδοψόφος» των αρχαίων Ελλήνων, δηλαδή ο μαέστρος, που είχε ένα κρόταλο στο πόδι για να χτυπά τη «θέση» στο ρυθμό, βρήκε τη μετεξέλιξή του στο «χειρονόμο» της Βυζαντινής Μουσικής . Ο χορός εξάλλου των ψαλτών χωρίστηκε (τον 11ο αι. από τον Αγ. Διονύσιο τον Αεροπαγίτη) σε δύο χορούς, τον αριστερό και τον δεξιό, κατά μίμηση των ημιχορίων των αρχαίων ελλήνων. Ως προς τη χωροθέτηση χρήσιμο είναι να επισημάνουμε τη σχέση μεταξύ μερών του αρχαίου θεάτρου και της εκκλησίας: το τέμπλο της εκκλησίας αντιστοιχεί στο Προσκήνιο, ο Σολέας, αντιστοιχεί στην Ορχήστρα, οι χοροί των ψαλτών αντιστοιχούν στο χορό και ο άμβωνας αντιστοιχεί στη θυμέλη.

2. Χρησιμοποιούν κοινούς ήχους, δηλαδή κοινές μουσικές κλίμακες και κοινές υφεσοδιέσεις και κατ' επέκταση ακολουθούν την κοινή διάκριση των Γενών των ήχων που είναι κοινή και για την αρχαία ελληνική μουσική (Διατονικό, Χρωματικό, Εναρμόνιο), με ελάχιστες, κατά περίπτωση και περιοχή, αποκλίσεις. Την ομοιότητα αυτή βέβαια θα την δει κάποιος ιδιαιτέρως στα τραγούδια της Ανατολικής Θράκης, που έχουν περισσότερη σχέση και γεωγραφική με το παλαιό Βυζάντιο. Γι’ αυτό δεν είναι τυχαίο ότι πολλά από τα τραγούδια αυτής της περιοχής είναι ψαλτοτράγουδα (π.χ. Αηδόνια μου γλυκόλαλα, Σήμερα ψάλλουν εκκλησιές κ.α.). Πέραν όμως απ’ αυτά, χαρακτηριστικά είναι και τα τραγούδια της Καλύμνου, στα οποία μπορεί να συναντήσει κανείς όλα τα γένη και όλους τους τρόπους της βυζαντινής μουσικής4.

3. Κοινή σημειογραφία. Η παραδοσιακή μουσική βέβαια είναι προφορική μουσική. Έτσι μας διασώθηκε. Τώρα πια όμως που μπορούμε να τη γράφουμε, χρησιμοποιούμε, ως επί το πλείστον, βυζαντινή σημειογραφία, για όσα τραγούδια μπορούν να γραφούν. Περισσότερα, όμως σε αυτό το θέμα, θα εξηγήσουμε στη συνέχεια, όταν θα αναφερθούμε στις διαφορές βυζαντινής και παραδοσιακής μουσικής.

4. Στα παραδοσιακά τραγούδια θα δούμε επίσης τα λεγόμενα τσακίσματα. Αυτά είναι:
- κάποιες μικρές λέξεις ή επαναλήψεις συλλαβών π.χ. τα: ωρέ, μωρέ, βρε, άιντε κ.α.
- ή τα "ν" που προσθέτουμε σε λέξεις: π.χ. "ν' ήλιος πααίν' στη μάνα του", "ν' εσείς ψηλα πετάτε", - ή οι επαναλήψεις: "λάλει καλό μου αηδόνι μ' λάλει", "το καραβάκι - σανταλέινια μ' άιντε - το καραβάκι που 'ρχεται", "Κυρ Κωστάκη έλα κοντά"
- ή τα κοψίματα στο λόγο: "Ήρθε κο-νο-σμους, ήρθ' ασκέ-νε-ρι.." κ.α.

Παρόμοια φαινόμενα μπορούμε να βρούμε και στη βυζαντινή μουσική, με προεξάρχοντα τα απηχήματα: νενανώ, ανεανες, νε, άγια, λέγετος. Επίσης, ας θυμηθούμε τα κρατήματα ή τερετίσματα, τα γνωστά τεριρέμ, συνθέσεις χωρίς καθόλου λόγια αλλά με μικρές μουσικές λέξεις χωρίς νόημα, κάτι που χρησιμοποιεί συχνά και το παραδοσιακό τραγούδι5.

5. Χρησιμοποιουν τέλος ίδιους τρόπους εκτέλεσης, δηλαδή μονοφωνικό και αντιφωνικό, με εξαίρεση, ως προς τα δημοτικά, τα πολυφωνικά τραγούδια της Ηπείρου. Ο μονοφωνικός τρόπος σημαίνει ότι τραγουδά ή ψάλλει ένας μόνος ή έστω κι αν ψάλλουν πολλοί μαζί, ερμηνεύουν την ίδια μελωδική γραμμή, ενώ στον αντιφωνικό, το τραγούδι ή η ψαλμωδία εκτελείται με απαντήσεις. Συνήθως δηλαδή εδώ ψάλλει ή τραγουδά ένας σόλο και μια χορωδία, μια ομάδα ανθρώπων απαντά στις μουσικές φράσεις, είτε επαναλαμβάνοντας είτε αποδίδοντας άλλους στίχους. Στην ψαλμωδία σήμερα το βλέπουμε αυτό στα "Αντίφωνα".

ΔΙΑΦΟΡΕΣ:

1. Διαφέρουν ως προς την ερμηνεία, το ύφος.
Το παραδοσιακό τραγούδι δεν δεσμεύεται από τους πατροπαράδοτους και πατριαρχικούς κανόνες που ισχύουν για το βυζαντινό μέλος και σχετίζονται με το ύφος της ψαλτικής. Στην ερμηνεία του, ο παραδοσιακός τραγουδιστής μπορεί να εκτελέσει ποικίλους και αυθόρμητους λαρυγγισμούς, ανάλογα με τις φωνητικές του ικανότητες, να αυτοσχεδιάσει, να συμμετέχει και με το σώμα του ελεύθερα, με κινήσεις ερμηνευτικές κ.ο.κ.

2. Διαφέρουν επίσης ως προς το σκοπό που υπηρετούν:
Η παραδοσιακή έχει περισσότερο κοσμικό χαρακτήρα. Αναφέρεται στις κοινωνικές εκδηλώσεις του ανθρώπου: γάμους, θανατικά, γλέντια, ιστορίες καθημερινές… Γι’ αυτό και έχουμε - σύμφωνα με τη διάκριση του Νικολάου Πολίτη - τραγούδια της τάβλας, του χορού, ιστορικά, παραλογές (δηλαδή τραγούδια που περιγράφουν μια ψεύτικη, φανταστική ιστορία), ερωτικά, γαμήλια, κάλαντα, της ξενιτιάς κ.α. Η Βυζαντινή εκκλησιαστική μουσική αντίθετα έχει, ευλόγως, καθαρά λατρευτικό και πνευματικό χαρακτήρα. Είναι μουσική της ψυχής, με προορισμό να συμπαρασύρει τους ανθρώπους σε προσευχή και τίποτε άλλο περιττό και κοσμικό.

3. Διαφέρουν επίσης ως προς το ότι η παραδοσιακή μουσική είναι προφορική μουσική. Διασώθηκε από στόμα σε στόμα, αλλά και γι' αυτό αλλοιώθηκε χρόνο με το χρόνο σημαντικά η αρχική της μορφή, ενώ η βυζαντινή μας μουσική ήδη από τους πρώτους αποστολικούς χρόνους είναι γραπτή μουσική, χωρίς αυτό όμως να σημαίνει ότι η προφορικότητα δεν έχει πάρα πολύ μεγάλη αξία στην πορεία διαμόρφωσής της. Εξάλλου ειδικά, πριν την καθιέρωση της αναλυτικής σημειογραφίας από τους τρεις διδασκάλους, ήταν πολύ παραπάνω από αναγκαία η εκμάθηση της βυζαντινής κοντά σε δάσκαλο, και άρα με προφορική διαδικασία, λόγω των δυσνόητων και μακράς ερμηνευτικής ανάλυσης συμβόλων, όπως ήταν τα σημαδόφωνα που αντιπροσώπευαν συχνά ολόκληρες μουσικές φράσεις, τις οποίες ο ψάλτης θα έπρεπε να αποστηθίζει.

Η παραδοσιακή μουσική βέβαια, σήμερα πλέον μπορεί να γραφτεί κι αν όχι στην πληρότητά της, τουλάχιστον ως προς τα χορευτικά της τραγούδια. Γιατί είναι αλήθεια πως τα ιδιόμορφα ποικίλματα και μελίσματα των αργών τραγουδιών δεν μπορούν να αποδοθούν πιστά στη γραφή. Και πάλι όμως, ακόμα και για τα χορευτικά τραγούδια, το μόνο που μπορεί να επιτύχει η καταγραφή είναι η διάσωση της βασικής μελωδίας και ποτέ του τοπικού χρώματος. Το χρώμα μόνο το αυτί μπορεί να το καταγράψει, κατά τον ίδιο τρόπο που μόνο το αυτί μπορεί να αποτυπώσει το ύφος της ψαλτικής τέχνης.

4. Επίσης τα παραδοσιακά μας τραγούδια ανέκαθεν χρησιμοποιούσαν μουσικά όργανα, σε αντίθεση με τη βυζαντινή μουσική, στην οποία η χρήση οργάνων είναι απαγορευμένη, παρότι «ψάλλω», με την αρχαία έννοια, σημαίνει «παίζω διά των δακτύλων χορδότονον όργανον και ουχί διά του πλήκτρου»6. Αυτή όμως η έννοια του όρου χάνεται πλέον στην παλαιοδιαθηκική εποχή, όπου πράγματι οι ψαλμοί του Δαβίδ αποδίδονταν με συνοδεία οργάνου και «ψαλμός» σήμαινε, κατ’ επέκταση, άσμα με συνοδεία οργάνου.

Ως προς το παραδοσιακό λαϊκό τραγούδι, ήδη από τις απαρχές της καταρχήν διαμόρφωσής του, δηλαδή τα χρόνια της λεγόμενης "αστικής" ή "κοσμικής μουσικής" η χρήση των οργάνων ήταν επιβεβλημένη. Τα περισσότερα δε από τα όργανα ήταν απευθείας απόγονοι των αρχαίων μουσικών οργάνων, όπως η λύρα (απόγονος της αρχαίας λύρας που μυθολογείται ότι την εφηύρε ο Ερμής), το κανονάκι (απόγονος των αρχαίων οργάνων της κατηγορίας του "ψαλτηρίου", όπως το επιγόνειο, η μάγαδις, το σιμίκιον, ο νάβλας, το τρίγωνο), ο ταμπουράς (απόγονος της αρχαίας "πανδούρας". Μάλιστα πολλοί μουσικολόγοι θεωρούν την πανδούρα ως τον πρόγονο και του μπουζουκιού), η φλογέρα και το κλαρίνο (απόγονοι του αρχαίου "αυλού") κ.α.

ΤΑ ΣΧΟΛΙΑ ΣΑΣ
Tο stonisi.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή. Τα συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια θα διαγράφονται χωρίς προειδοποίηση.

ΣΤΗΝ ΙΔΙΑ ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

21 Απρίλη...

Γράφει ο ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΛΑΔΙΤΗΣ, Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Ειρήνης Λέσβου
ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ

Βιομηχανική κληρονομιά, από την Ξάνθη… στη Μυτιλήνη;

Μιλήσαμε με τη βιομηχανική αρχαιολόγο, Μαρία Πετρά, υπεύθυνη της εταιρείας Παστάλι που συνεργάζεται με το Πανεπιστήμιο Αιγαίου
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

Τι γνωρίζουμε σήμερα για τον αυτισμό

Γράφει η ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ ΖΗΣΗ, Καθηγήτρια Ψυχολογίας, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου
ΑΧΙΝΟΣ

Πάτησε τον Αχινό, 25/4/2024

Το καυστικό σχόλιο της ημέρας
ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕΤΑΞΥ ΜΑΣ

Ένα μυθιστόρημα «αληθινό» για την πολιτική και τη Δικαιοσύνη

Με αφορμή την παρουσίαση βιβλίου του Δημήτρη Χατζηχαραλάμπους το Σάββατο στα Κεντρικά Λύκεια Μυτιλήνης, μιλήσαμε με τον συγγραφέα
ΑΝΘΗ ΠΑΖΙΑΝΟΥ
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

Αποβολή, διαπόμπευση, λοβοτομή

Γράφει ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΑΡΓΥΡΟΠΟΥΛΟΣ, δημοσιογράφος
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

ΒΑΣΤΡΙΑ: Στην καρδιά του Δάσους…

Ένα «μεγαλείο» ανευθυνότητας –Γράφει ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΚΟΜΝΗΝΑΚΑΣ*
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

Κοινωνικές Συμμαχίες

Γράφει ο ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΑΡΛΑΣ, γιατρός
ΑΧΙΝΟΣ

Πάτησε τον Αχινό, 22/4/2024

Το καυστικό σχόλιο της ημέρας
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

Κορίτσι έξι χρόνων μόνο χωρίς γονείς, έξω από την Ασφάλεια

Οι πρώτες μέρες της χούντας στη Μυτιλήνη μέσα από τις αναμνήσεις - Γράφει η ΝΟΡΑ ΡΑΛΛΗ*
ΜΕ ΥΠΟΓΡΑΦΗ

Όψιμοι θιασώτες

Γράφει ο ΣΤΡΑΤΟΣ ΜΑΡΙΝΑΤΟΣ, δικηγόρος, στέλεχος της Νέας Αριστεράς Λέσβου