Που βρίσκεται τώρα η Δικαιοσύνη;
Γράφει ο ΞΕΝΟΦΩΝ Ε.ΜΑΥΡΑΓΑΝΗΣ
Από το NEWSROOM Δημοσίευση 19/7/2020
Έζησα την δολοφονία Λαμπράκη και ως αυτόπτης μάρτυρας και ως δημοσιογράφος, παρακολουθώντας βήμα το βήμα την πορεία των πρώτων ανακρίσεων, αλλά και την κατάπτυστη προσπάθεια επηρεασμού των δικαστών της εποχής, από τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Κωνσταντίνο Κόλλια, πρώτο «πρωθυπουργό» της απριλιανής δικτατορίας, μερικούς μήνες αργότερα.
Έζησα την περίοδο της δικτατορίας ως δημοσιογράφος και δικηγόρος, καθώς και τις μαύρες σελίδες των δικών στα έκτακτα στρατοδικεία, για την στελέχωση των οποίων η χούντα βρήκε μερικούς, όχι περισσότερους από δέκα, δικαστικούς, που τους έντυσε αξιωματικούς και τους ανέβασε στις έδρες των «δικαστηρίων» της, προσπαθώντας να δώσει μια εικόνα «νομιμότητας» στις αποφάσεις που παίρνονταν μακριά από το φως της Δικαιοσύνης.
Και βίωσα ταυτόχρονα την οδύνη κάθε ανθρώπου, που σέβεται το Δίκαιο, παρακολουθώντας την καθαίρεση τίμιων Δικαστών, που δεν υποτάχθηκαν στις εντολές των λοχαγών.
Έζησα στην μεταπολίτευση, ως δικηγόρος και δημοσιογράφος τις δίκες των οργάνων της αστυνομίας και του στρατού, που υπηρετώντας τα «ιδανικά» των στρατοκρατών, βασάνισαν, διέσυραν, εξευτέλισαν αγωνιστές και αγωνίστριες που δεν ήθελαν να αποδεχθούν τους όρους ανελευθερίας και εξανδραποδισμού, όπου οι παπαδοπούλιοι «χειρουργοί», χωρίς αναισθητικό, έκοβαν τα ζώντα μέλη του κοινωνικού σώματος.
Μαθαίνοντας, ΤΟΤΕ, πως με μια τελεία, ένα κόμμα η μια ελαφρώς παραλλαγμένη φράση, και μεγάλη επιδεξιότητα οι εφέτες μπορούσαν να χρίσουν αθώους, αισχρούς ποινικούς εγκληματίες. Που οι πρωτοδίκες τους είχαν καταδικάσει.
Έζησα ακόμα και τις μέρες της απόφασης του Αρείου Πάγου, που χαρακτήρισε στιγμιαίο το αδίκημα του απριλιανού πραξικοπήματος, προστατεύοντας έτσι εκατοντάδες επίορκους στρατιωτικούς και πολιτικούς υπαλλήλους, από διώξεις και καταδίκες για τα ανοσιουργήματά τους, που διαπράχθηκαν βέβαια για την «σωτηρία της πατρίδος».
Σ’ όλη αυτήν την διαδρομή, δεν είδα ποτέ δικαστικούς να διώκονται για τις προτάσεις ή τις αποφάσεις τους, έστω κι αν αυτές ήταν λανθασμένες η «πεπλανημένες». Και πάντως ποτέ δεν έζησα καταστάσεις όπως οι σημερινές, όπου τις υποδείξεις και απαιτήσεις έξαλλων υπουργών, ακολουθούν εισαγγελικές ενέργειες ή δικαστικές αποφάσεις.
Ποτέ δεν πίστεψα κατά την μακρά μου διαδρομή, ότι η δικαιοσύνη είναι ανεξάρτητη και κυρίως αδέκαστη. Οι υπηρετήσαντες το Εργατικό ,κυρίως, Δίκαιο γνωρίζουμε καλά, πως όταν τα πράγματα δυσκόλευαν από πλευράς εργατικών διεκδικήσεων, τροποποιούνταν οι σχετικές περί συνδικαλιστικής ελευθερίας διατάξεις, (ακόμα και επί δημοκρατικών κυβερνήσεων), οπότε οι δικαστές εύκολα προσαρμόζονταν στις νέες συνθήκες, αγνοώντας πάγια νομολογία χρόνων και χρόνων.
Αλλά και ποτέ δεν είχα διανοηθεί ότι θα μπορούσε ο οποιοσδήποτε Άδωνις, με μια οργισμένη δήλωσή του να προκαλεί δικαστικά ανακλαστικά, εναντίον Δικαστών ή Εισαγγελέων, που ανάλαβαν το βαρύ έργο της κάθαρσης του δημόσιου βίου, επειδή διανοήθηκαν να ερευνήσουν και τις δικές του συμπεριφορές, βασισμένοι στο περί δικαίου αίσθημα που τους διακατείχε.
Είναι όμως γνωστό πως στην ιστορία γράφτηκαν θετικά, τα ονόματα λίγων Δικαστών και ειδικά αυτών των Δικαστών που τίμησαν το λειτούργημά τους εφαρμόζοντας τον νόμο και όχι τις εντολές των προϊσταμένων τους.
Και δεν θα μιλήσω για τους σύγχρονους, τον ανακριτή Σαρτζετάκη, τον εισαγγελέα Δελαπόρτα, τον Δικαστή Βασίλη Λαμπρίδη, αλλά θα ανατρέξω στους ηρωικούς εκείνους δικαστές Τερτσέτη και Πολυζωϊδη, που αρνήθηκαν να καταδικάσουν τους Κολοκοτρώνη και Πλαπούτα, κατηγορούμενους για συνωμοσία εναντίον του κράτους, όπως επιδίωκε το τότε καθεστώς της αντιβασιλείας του Όθωνα με όργανο τον Σκωτζέζο εισαγγελέα του δικαστηρίου Εδουάρδο Μάσσον.
Δύο ήταν οι δικαστές από την πενταμελή του σύνθεση, που αρνήθηκαν να δώσουν καταδικαστική ψήφο. Ο πρόεδρός του Αναστάσιος Πολυζωίδης και ο τριαντατετράχρονος τότε Γεώργιος Τερτσέτης, αναγκάζοντας τον υπουργό δικαιοσύνης, να εισβάλει στην αίθουσα διασκέψεων, (όπως περίπου ο κ. Άδωνις) ζητώντας επιτακτικά την αλλαγή της ψήφου τους.
«Αν ο επίτροπος μας φοβερίζει με φυλακισμόν, το αίτιον είναι η σφοδρή μας λατρεία προς την Δικαιοσύνην, που δεν είναι προνόμιον κανενός, αλλά ιδιοκτησία όλης της ανθρωπότητος» είπε τότε ο Δικαστής Τερτσέτης, που για την λατρεία του αυτή συνελήφθη, μαζί με τον ΠολυζωΊδη, κακοποιήθηκε και δικάστηκε για «άρνησιν υπηρεσίας και παραβίασιν της εχεμυθείας περί την ψηφοφορίαν του δικαστηρίου» λες και ήταν αυτός που ειδοποίησε τις αρχές για την μη συμμόρφωσή του προς τα υποδείξεις.
Γι αυτό και σήμερα, μόνον αυτών, που τίμησαν το αξίωμά τους, τα ονόματα είναι γραμμένα στις δέλτους της ιστορίας και οι προτομές τους κοσμούν τις εισόδους πολλών δικαστηρίων της χώρας. Και σ’ αυτή τη χορεία των τίμιων Δικαστών, θα ενταχθεί και η Ελένη Τουλουπάκη.